Κυριακή 19 Φεβρουαρίου 2012

Secret Hidden Desires-3o Βλέποντας τον



3o.Κεφάλαιο


"Βλέποντας τον"


Έντουαρντ.





Παίρνοντας τον καφέ στο χέρι, φόρεσα τα γυαλιά ηλίου μου και περπάτησα προς το αμάξι μου, ανοίγοντας την πόρτα, το κινητό μου χτύπησε ξαφνικά μέσα στην τσέπη της φόρμας μου. Βάζοντας το χέρι στην τσέπη το έβγαλα και είδα το όνομα του Έμετ στην κλήση αναστενάζοντας απάντησα στην κλήση του.

"Τι θέλεις;"του απάντησα βαριεστημένα μπαίνοντας μέσα στο αμάξι και κλείνοντας την πόρτα έβαλα στο καφέ μου στην ειδική θήκη του.

"Πω, πω, πω μες στην όρεξη είσαι φίλε"άκουσα τον Έμετ να σχολιάζει όπως πάντα. Ακούμπησα το κεφάλι μου πίσω στο κάθισμα και βγάζοντας τα γυαλιά μου, είδα μέσα από τον καθρέφτη την μελανία που ακόμα δεν έλεγε να φύγει γαμώτο μου, που σχημάτιζε ένα ημικύκλιο γύρω από το μάτι μου. Αν τον έβρισκα μπροστά τώρα θα το έδειχνα τι θα πει να σου μαυρίζουν τον μάτι.

"Είμαι κουρασμένος"του απάντησα παρατηρώντας την μελανία που ξεκινούσε από το φρύδι μου και έφτανε μέχρι τα μήλα μου. Είχε γερό χέρι ο άτιμος ο μαλάκας, εκεί που πήγα να την πέσω στο καινούργιο φρούτο που πιστεύω ότι πρέπει να ερχόταν για πρώτη φορά στο μπαράκι, κατέληξα να βγω ο πιο ηλίθιος την υπόθεσης. Έμπλεξα με έναν βλάκα που αν του πείραζες την κοπέλα θα της έτρωγες κιόλας. Αυτό είχα πάθει και εγώ εκείνη την βραδιά, αρκετά πιωμένος μπορούσα να πω αλλά καταλάβαινα τι μου γινότανε γύρω. Η κοπελιά με τα καστανά μάτια όταν ήρθε δίπλα μου ζητώντας ένα ποτό δεν ξέρω τι με έπιασε αλλά η φωνή της, τόσο απαλή, τόσο ζεστή που μου τράβηξε αυτομάτως την προσοχή, χωρίς καν να την δω.

Γυρίζοντας το βλέμμα μου προς την μεριά της όλο το πακέτο ήρθε και έδεσε. Ένα καλλίγραμμο σώμα, με καμπύλες, λεπτή μέση και μακριά πόδια συμπλήρωνε όλο το πακέτο που πάντα έψαχνα σε μια κοπέλα. Την έβλεπα που με κοιτούσε με τα την άκρη του ματιού της ενοχλημένη που έπαιρνα μάτι ενώ τα σαρκώδη χείλη της να σε παρακαλούν να τα φιλήσεις μέχρι τελευταίας πνοής.

"Έντουαρντ, καλή γή, Έντουαρντ, καλή γη"η φωνή του Έμετ έσβησε την μορφή της κοπέλας.

"Εδώ είμαι"του είπα κοιτάζοντας έξω από το αμάξι τον κόσμο να περνάει.

"Τι έκανες χθες και είσαι κουρασμένος-"πήγα να του πω ότι χθες στο αμάξι ήμουνα με την Λιν να μου κάνει ένα καλό στοματικό που πρώτη φορά συναντάω σε μια κοπέλα.

"Μην μου πεις ήσουνα με την Λιν, για αυτό είσαι κουρασμένος" έτριψα το πιγούνι μου δαγκώνοντας για μια στιγμή το κάτω χείλος μου. Ακριβώς στο διπλά κάθισμα καθότανε η καλή μου. Τότε μια φωνή ή μάλλον ένα ουρλιαχτό διέκοψε την στιγμή μας. Μια λέξη που αντήχησε μέσα από τα αγκομαχητά μας.

"Αρκετά"

Αμέσως με ξύπνησε από το στοματικό που μου έκανε η Λιν. Την έσπρωξα από πάνω μου και κούμπωσα το παντελόνι μου όπως, όπως.

"Τι έγινε;"η φωνή της έτρεμε για μια στιγμή από την ξαφνική μου αντίδραση.

"Άκουσες κάτι;"την ρώτησα κοιτάζοντας στα πίσω καθίσματα και τότε κάτι παρατήρησα έξω από το τζάμι. Μια λευκή φούστα να ξεπροβάλει από το κάδο απορριμάτων. Έκανα την κίνηση να βγω όταν το χέρι της Λίν έκλεισε γύρω από το μπράτσο μου.

"Που πας;"με ρώτησε κοιτάζοντας με τα μελί μάτια της.

"Έρχομαι"της απάντησα απλά, δίνοντας την ένα απαλό φιλί στα χείλη της. Άνοιξα την πόρτα και βγήκα έξω.

Η σιωπή απλώθηκε γύρω μου, μόνο κάποια σίδερα έτριζαν στον μικρό χώρο. Περπάτησα μερικά βήματα κοιτάζοντας πάντα γύρω μου, η ματιά μου έπεσε στο κάδο απορριμάτων η λευκή φούστα είχε εξαφανιστεί.

"Έλα βρε Έντουαρντ να συνεχίσουμε" άκουσα ξαφνικά την φωνή της Λιν να με παρακαλάει να την κάνω δικιά μου.

"Μισό λεπτό νομίζω ξέρω που είναι" της είπα πλησιάζοντας τον κάδο απορριμάτων όταν τρία κορίτσια εμφανίστηκαν μπροστά μου απότομα.

Η μια φορούσε ένα ψάθινο καπέλο τα μάτια της έμεινα να με κοιτούν στο πρόσωπο κάτι μου θύμισε, σίγουρα την είχα ξαναδεί!Η επόμενη ήταν μια ξανθιά με μακριά μαλλιά και γαλανά σκούρα μάτια που σίγουρα και αύτη από κάπου θα ξεφύτρωσε. Το καλύτερο ήτανε ότι η τελευταία κοπέλα με τα καστανά μάτια ,τα μακριά πόδια που τα κολάκευαν το μαύρο τζιν της, έκανε ένα κλικ μέσα στις θολωμένες αναμνήσεις μου, ανάμεσα στην κατανάλωση του ποτού που ήπια και στην συνείδηση μου να προσπαθεί να φέρει μια θολωμένη μορφή και τότε το πρόσωπο της συσπάστηκε κοιτάζοντας με άναυδη.

Μπροστά μου, μπροστά μου είχα το καινούργιο ονόματι φρούτο μου που της την είχα πέσει στο μπαρ και είχα φάει μια καλή μπουνιά από τον μαλάκα τον γκόμενο της. Το πρόσωπο μου αλλοιώθηκε, μετατρέποντας τον σε θυμό αλλά ξαφνικά κοιτάζοντας αυτά τα όμορφα καστανά ματάκια να με κοιτούν σαν να με περίμενε, με ξάφνιασε.

"Εσύ" μίλησα. Κινήθηκα κοντά τους όταν η Μπέλλα φώναξε.

"Τρέξτε, γαμώτο, τρέξτε" σαν να τις κυνηγούσα.Αυτό με εκνεύρισε αφάνταστα εκείνη την στιγμή.

"Ηλίθια, γύρνα πίσω γαμώτο μου" φώναξα αλλά με αγνόησε τελείως.

"Έντουαρντ, κοιμάσαι καλά;" η φωνή του Έμετ με επανέφερε στην πραγματικότητα σβήνοντας την ανάμνηση μου.

"Έλα" του είπα κοιτάζοντας για μια στιγμή έξω.

"Επειδή, από τι σε κόβω, δεν είσαι καλά, πέρνα από το φροντιστήριο γιατί ο γέρος σου δεν είναι καλά, εκτός αυτού έχεις και δουλεία" η φωνή του γεμάτη άγχος πάνω στην αγωνία του να προλάβουμε να πληρώσουμε τους λογαριασμούς του φροντιστηρίου.

"Εντάξει, εντάξει, θα περάσω τώρα από εκεί" του απάντησα βαριεστημένα γυρίζοντας το κλειδί που βρισκότανε στην μίζα του αυτοκίνητου μου. Η μηχανή άναψε προκαλώντας έναν ευχάριστο θόρυβο σε εμένα αλλά στους γύρω μου όχι και τόσο, αφού με κοιτούσαν παράξενα.

"Θα σε δω τότε" είπε και η γραμμή κόπηκε. Πέταξα το κινητό στο διπλανό κάθισμα και ξεκίνησα. Πάτησα το γκάζι και τα λάστιχα πίσω έτριξαν. Το αυτοκίνητο ξεκίνησε ενώ προσέχοντας να μην στουκάρω σε καμία κολόνα, έβαλα ένα τραγούδι. Οι ήχοι της δυνατής μουσικής γέμισαν το αυτοκίνητο μου και αυτό μου έφερε αμέσως στο μυαλό τις καλλίγραμμες καμπύλες της που κολλούσαν στο μίνι φόρεμα μας της.

Ξαφνικά ένιωσα μέσα μου τον ερεθισμό μου να ξυπνάει. Έριξα μια ματιά προς τα κάτω.

"Τώρα βρήκες να ξυπνήσεις" του είπα κοιτάζοντας τον. Μα τι κάνω λες και θα έπαιρνα απάντηση. Σύντομα θα βρισκόμουνα στα χάδια της Λιν, μια δύο ημερούλες έμειναν και μετά άντε γεια γλυκιά μου.

Έπειτα από μία ώρα δρόμου φτάνοντας στο φροντιστήριο αγγλικών Μεσιέν του πατέρα μου.Κράτησα τον καφέ στο χέρι μου και μπαίνοντας μέσα συνάντησα τον 'Εμετ στην αίθουσα υποδοχής να φοράει ένα μπλε πουκάμισο με γραβάτα και ένα μαύρο ακριβό παντελόνι.

"Καλώς τον" αναφώνησε χαρούμενος βλέποντας με, αφήνοντας τα έγγραφα του που κρατούσε, με πλησίασε εξετάζοντας με. Δεν ήμουνα και στην καλύτερη φόρμα μου σήμερα εκτός ότι είχα μια μελανιά στο μάτι, ήθελα επειγόντως να ξεθυμάνω κάπου.

"Πως πάει;" τον ρώτησα πίνοντας μια γουλιά από τον καφέ μου. Κοίταξα με την άκρη του ματιού μου κάποια κοριτσάκια που με γλυκοκοίταζαν. Ο Έμετ ξερόβηξε διακριτικά προς το μέρος του.

"Εσείς δεν έχετε μάθημα;" τις ρώτησε με αυστηρότητα. Εκείνες κοιτώντας με για λίγο έριξαν το βλέμμα του επάνω του.

"Ναι, ναι, ναι τώρα έχουμε, πάμε Ελίνα" είπε και  αρπάζοντας την κοπελίτσα με τα καστανά μαλλιά προς τις σκάλες που οδηγούσαν προς τους επόμενους τρεις  ορόφους.

"Όλες εδώ μέσα σε κοιτάνε με λύσσα" σχολίασε ο Έμετ. Ένα πονηρό χαμόγελο διαγράφτηκε στα χείλη μου.

"Δεν μπορώ να κάνω κάτι γι αυτό, άλλωστε όχι άδικα" του είπα χτύπησα περπατώντας προς το ασανσερ πατώντας το κουμπί για να το καλέσω.

"Σου είπε τίποτα η πατέρας μου;" η φωνή μου ακούστηκε τελείως διαφορετική στην αναφορά που έκανα στον πατέρα μου.

Ο Τσάρλι Μεσίεν είναι ο πλουσιότερος και με το πιο γνωστό όνομα στην πόλη, με τα  πάρα πολλά λεφτά και επίσης με την καλύτερη έγκριση αγγλικών πτυχίων . Εγώ αντιθέτως δεν είμαι γνωστός, δεν γούσταρα να είμαι δημοφιλής να πηγαίνω σε πριβέ πάρτι και να μου την πέφτουν διάφορες. Όχι ότι με χάλαγε να είμαι περιτριγυρισμένος με κοπέλες, αλλά ένιωθα ότι δεν με καταλάβαιναν, το μόνο που έβλεπαν ήταν τα πολλά λεφτά και το ωραίο αυτοκίνητο μου.

Ποτέ καμία κοπέλα δεν με έχει πλησιάσει εκτός από αυτόν τον λόγο.

"Συνέχεια κάνει παράπονα Έντουαρντ, δεν εργάζεσαι σωστά, δεν κλείνεις ούτε οκτάωρο στο φροντιστήριο-", είπε αλλά τον αγνόησα τελείως. Οι πόρτες του ασανσέρ άνοιξαν την στιγμή που πήγα να μπω και η ματιά μου συνάντησε το αγριεμένο βλέμμα του πατέρα μου, αμέσως τραβήχτηκα προς τα πίσω βλέποντας στον.

"Καλημέρα μπαμπά" έσπασα πρώτος την σιωπή και κοιτάζοντας τον, διέκρινα τον θυμό του στα μαύρα μάτια του. Απομάκρυνα το βλέμμα μου για μια στιγμή καθώς δεν άντεχα να με κοιτάει περιφρονητικά λες και ήμουν κανένας άχρηστος, εντάξει λίγο ντεμπελάκος μπορώ να πω ότι είμαι αλλά άχρηστος; Ε όχι.

"Σε έπαιρνα τηλέφωνο και δεν το σήκωνες, που ήσουνα;" με ρώτησε βγαίνοντας από το ασανσέρ, οι πόρτες έκλεισαν πίσω του και έβαλε τα χέρια του στις τσέπες του ακριβού του κοστουμιού.

"Διάβαζα μέχρι αργά" απάντησα χωρίς δεύτερη σκέψη για μια δικαιολογία. Με την άκρη του ματιού κοίταξα τον Έμετ που είχε σφιγμένα τα χείλη του μπροστά στον Τσαρλι Μεσιεν.

"Διάβαζες; Μήπως νομίζεις μικρέ ότι τρώω κουτόχορτο;" η φωνή του σκλήρυνε όπως και το βλέμμα του.

"Ξέρω καλά που ήσουνα και τι έκανες Έντουαρντ, απορώ γιατί δεν στρώνεσαι μια φορά να δουλέψεις σωστά όπως ο Έμετ που είναι από το πρωί εδώ ενώ εσύ, που ήσουνα;-"διέκοψε την πρόταση του κοιτάζοντας με αυστηρά. Δεν του απάντησα απλά ένιωθα να βράζω από θυμό, να θέλω να τα σπάσω όλα εδώ μέσα, να μην αφήσω τίποτα και κανέναν όρθιο και ειδικά τον πατέρα μου, δεν μπορούσα άλλο να εμπλέκεται στην ζωή μου αυτό το κάθαρμα, να είχα μόνο μια ευκαιρία να τον σπάσω στο ξύλο, μια μόνο.

"Δεν μου απαντάς; Θα απαντήσω εγώ για εσένα, πηδιόσουνα σε ένα στενό μέσα στο αμάξι σου" η έκφραση του άλλαξε σχεδόν σε ένα ειρωνικό υφάκι που θα σε μείωνε αν δεν τον γνώριζες καλά. Απλώς ήθελε να σε κάνει να νιώσεις άχρηστος, ότι μόνο αυτός έχει τον έλεγχο σε όλα. Έκανε την κίνηση να φύγει όταν σταμάτησε από πίσω μου ακριβώς.

"Είσαι τόσο άχρηστος που ακόμα και εγώ απορώ αν είσαι γιος μου" γύρισα εκείνη την στιγμή κοιτάζοντας τον με την άκρη του ματιού μου.

"Αλήθεια; Και εγώ απορώ  αν το παίζεις τόσο μαλάκας ή αν πραγματικά είσαι τελικά" γέλασα με θυμό και  πριν να το καταλάβω, ο πατέρας μου σήκωσε το χέρι του σε σχήμα γροθιάς, με χτύπησε στο μάγουλο μου και αμέσως σωριάστηκα κάτω νιώθοντας το πόνο να  με συντρίβει.Το αίμα  μου κύλαγε με δύναμη σε κάθε σημείο του κορμιού μου, σε κάθε κύτταρο του κορμιού μου η αδρεναλίνη που ένιωθα να αυξάνετε επικίνδυνα, με έκανε όλο και πιο αποφασισμένο για την επόμενη κίνηση μου. Σηκώθηκα για να του ορμήσω αλλά δύο χέρια με έκλεισαν γύρω από το κορμί μου, εμποδίζοντας με να του ανταποδώσω την μπουνιά.

"Έντουαρντ όχι" η φωνή του Έμετ προσπαθούσε να με επαναφέρει αλλά ήμουνα τόσο θολωμένος από θυμό που το μυαλό μου σταμάτησε να λειτουργεί και μόνο στην κίνηση του να με σταματήσει να μην χτυπήσω το πατέρα μου,με εξόργιζε περισσότερο.

"Άσε με" ούρλιαξα με θυμό βλέποντας τον πατέρα μου να είναι τόσο σιωπηλός και σοβαρός σαν να ήθελε να το κάνει.

"Γιατί δεν με πετάς καλύτερα στα σκουπίδια αφού λες ότι είμαι άχρηστος, τότε θα κάνω καλή παρέα μαζί τους" φώναξα νιώθοντας την φωνή μου έτοιμη να κλείσει. Έκανα μια απόπειρα να ξεφύγω από το κράτημα του Έμετ αλλά εκείνος δεν έλεγε να με αφήσει.

"Έντουαρντ όχι" η σκληρή φωνή του Έμετ ήρθε στην επιφάνεια.

"Δεν είναι κακή ιδέα γιε μου, ίσως να σου κλείσω ένα εισιτήριο για εκεί" είπε ειρωνικά με ένα χαμόγελο στα χείλη και έφυγε. Ο Έμετ με άφησε και έκανε κάποια βήματα πίσω λες και ήμουν κανένας τρελός. 

Τα λόγια του πατέρα μου αμέσως ήρθαν στο μυαλό μου. Με έλεγε άχρηστο, για αυτόν δεν ήμουνα ο γιος που τον έκανε περήφανο αλλά ένας γιος όπου άνηκε στα σκουπίδια, δεν είχα να του αποδείξω τίποτα, μόνο θα του έδειχνα πόσο άχρηστος μπορεί να γίνει αυτός. Δεν θα τον άφηνα να μου ξεφύγει, ήτανε ένα κάθαρμα στο παρελθόν, ο άνθρωπος δεν αλλάζει μέσα στα χρόνια αλλά μπορεί να αλλάξει ζώντας σε μία κόλαση.


Μπέλλα.


Ακόμα δεν μπορούσα να χωνέψω ότι μας είχε δει και μόνο στην σκέψη του βλέμματος του να με κοιτάει με μίσος που του είχα χαλάσει του παρτάκι του με το τσουλί μου ερχόταν να ουρλιάξω. Να πάρει τι έχω πάθει και τον σκέφτομαι τόσο πολύ; Ούτε στο μάθημα της φυσικής δεν μπορώ να συγκεντρωθώ που έλεγε, αν δεν κάνω λάθος, για τον νόμο του Κουλομπ. Δάγκωσα την άκρη του στύλου μου και κοίταξα τα σχεδόν κινέζικα γράμματα του καθηγητή μου. Με την άκρη του ματιού μου είδα τον Ντέιμον που έπαιζε με το κινητό του ενώ η Άλις από δίπλα μου έγραφε στο τετράδιο κάτι και έπειτα με τον αγκώνα της το έσπρωξε.

Έριξα μια ματιά προς τον καθηγητή και έπειτα διάβασα το σημείωμα της Άλις.

"Που έχεις το μυαλό σου;" πήρα το στυλό μου και προτού  απαντήσω το σκέφτηκα για λίγο. Τι να της έλεγα, ότι σκέφτομαι τον Έντουαρντ και νιώθω μια έντονη έλξη χωρίς καν να ξέρω το γιατί;

"Τίποτα, διάφορα χαζά σκέπτομαι" ο στύλος κυλούσε επάνω στο χαρτί και έπειτα της το έτεινα προς το μέρος της. Το διάβασε και έπειτα σήκωσε ειρωνικά τα μάτια της προς το μέρος μου. Άρχισε και έγραφε γρήγορα μια ολόκληρη παράγραφο, πάλι κήρυγμα θα κάνει.

Ένιωθα ότι κανένας δεν μπορούσε να με καταλάβει, ακόμη και ο πατέρας μου που με αγαπούσε πιο πολύ και από την δια του την ζωή, δεν με έκανε να νιώθω κάτι πέρα από τα συναισθήματα που με έχουν δέσει και δεν με αφήνουν, σαν να έχω εγκλωβιστεί ακόμη  με έκανε να νιώθω ότι, ακόμα και ο Ντέιμον, δεν μπορεί να με καταλάβει απόλυτα. Δεν άντεχα άλλο, είναι μερικές φορές στην ζωή σου που θέλεις έστω και για μια φορά να κλειστείς σε ένα δωμάτιο και να αφήνεις του άλλους απ’ έξω να μην μπορούν να μπουν. 

Δεν γινόταν μια φορά να γίνει αυτό; Μία μόνο;

Η Άλις έσπρωξε το τετράδιο προς το μέρος μου και ρίχνοντας μια ματιά είδα την παράγραφο να είναι μπροστά μου. Αναστέναξα βαριά προσπαθώντας να βγάλω το βάρος από πάνω μου.

"Ξέρω καλά τι έχεις και τι σκέφτεσαι. Τις τελευταίες μέρες δεν είσαι καλά, αρχίζεις και πάλι να κλείνεσαι στον εαυτό σου. Από την ημέρα που είδαμε τον μεθύστακα είναι λες και σε έχει υπνωτίσει. Με τον Ντέιμον είσαι επίσης απόμακρη, τι θα γίνει Μπέλλα με εσένα; Ε; Θέλεις ξανά να γίνεις όπως ήσουνα πριν τρία χρόνια εξαιτίας της μάνας σου; Μια φορά κάνε αυτό που σου λέω, ξέχνα τον. Αυτός ο άνθρωπος φάνηκε πως του αρέσει να γαμιέται με άλλες τσούλες γιατί κολλάς; Έχεις ένα υπέροχο αγόρι που σε αγαπάει και κάνει υπομονή καιρό για να ολοκληρώσετε. Γιατί δεν χαίρεσαι τις στιγμές που ζείς;" διάβασα όλη την παράγραφο που έγραψε μένοντας άφωνη, είχε πέσει μέσα σε όλα τα θέματα που με προβλημάτιζαν όλες αυτές τις μέρες αλλά από την άλλη πλευρά του μυαλού μου ένιωθα μια μικρή σύγχυση να ταράζει όλες μου τις σκέψεις που αναφερότανε για το παρελθόν μου, για την σκύλα που με πλήγωσε εμένα και τον πατέρα μου. Η Άλις ήξερε καλά κάθε λεπτομέρεια για τα λάθη...της... μητέρας μου, αναγκάστηκα να την αποκαλέσω έτσι.

Είχα σχεδόν τρία χρόνια να την πω μητέρα αν και ήξερα καλά μέσα μου ότι μου έλειπε αλλά δεν τόλμησα να το επιβεβαιώσω, απλά το απέφευγα.

Άρχιζα να συλλογίζομαι τις γραμμές που έγραψε η Άλις, ήτανε η καλύτερη μου φίλη ακόμα και από την Ρόζαλι και από το καθένα, την αγαπούσα τόσο πολύ που μερικές φορές την ένιωθα σαν αδερφή μου. Ακούμπησα τους αγκώνες μου στο θρανίο σκύβοντας το κεφάλι μου και καλύπτοντας το πρόσωπο μου με τα μαλλιά μου, κάλυψαν τα υγρά μου μάτια. Ένιωσα ξαφνικά το χέρι της Άλις να με χαϊδεύει παρηγορητικά πίσω στην πλάτη μου δίνοντας μου για λίγο το χρόνο να σκεφτώ κάποια πράγματα. Το κουδούνι όμως δεν ήτανε μαζί μου, σηκώνοντας το κεφάλι μου αμέσως μόλις το άκουσα, έκλεισα τα βιβλία μου και μαζί το τετράδιο της Άλις.

"Θα σου απαντήσω όταν νιώθω έτοιμη" της είπα ήρεμα και εκείνη ένευσε καταφατικά με ένα μικρό χαμόγελο να σκάει στα χείλη της.

"Αρκεί να σκεφτείς αυτά που σου είπα" η φωνή της μπορεί να ακουγότανε γλυκιά αλλά το ύφος της και η στάση της δηλώνανε σοβαρότητα.

"Μην ανησυχείς" την καθησύχασα. Νιώθοντας τον Ντέιμον να έρχεται κοντά μου, πήρα τα βιβλία στα χέρια μου και σηκώθηκα από την θέση μου. Το αγόρι που αγαπούσα ερχότανε κεφάτο, αφού άλλη μια μέρα ερχόταν προς το τέλος της, για εκείνον στην ουσία τώρα άρχιζε, γιατί είχαμε κανονίσει να έρθει σπίτι μας λόγω της πρόσκλησης του Καρλαιλ και έτσι μετά το σχολειό θα πηγαίναμε για μεσημεριανό στο σπίτι μου.

"Μωρό μου" είπε ανοίγοντας τα χέρια του για να με κλείσει στην αγκαλιά του.

"Βλέπω πολύ παρακολουθούσες το μάθημα" τον πείραξα δίνοντας του ένα απαλό φιλί στα ζεστά χείλη του.

"Πάντα είμαι μαθητής του είκοσι αγάπη μου, το κινητό μας βοηθάει στο μάθημα, ξέρεις τι μαθαίνω από εκεί;" στριφογύρισα τα μάτια μου ειρωνικά και μεταφέροντας τα βιβλία στο ένα μου χέρι ενώ με το άλλο του έπιασα το χέρι του και μου το ανταπέδωσε. Η Άλις, όση ώρα ήμουνα με τον Ντέιμον, μιλούσε με την Ρόζαλι κοιτάζοντας μας και τους δύο.

"Τι σκαρώνουν πάλι η φίλες σου;" είπε με μια αισθησιακή φωνή που έκανε την καρδιά μου να αναπηδήσει μια φορά.

Ένα γέλιο ξέφυγε από τα χείλη μου.

"Πάντως δεν συμπεριλαμβάνει εσένα" του απάντησα χαμογελώντας και με γύρισε εκείνη την στιγμή προς το μέρος του ώστε να είμαστε πρόσωπο με πρόσωπο. Στην αρχή τρόμαξα σε αυτήν του την κίνηση αλλά το βλέμμα του έδειχνε κάτι πέρα από όλα αυτά που μου έριχνε σε κάθε μάθημα. Εκείνο το βλέμμα του ήτανε θολωμένο από πόθο, πόθο που κρατούσε τον τελευταίο χρόνο που ήμασταν μαζί.

"Σε θέλω, Μπέλλα"ο τρόπος που πρόφερε το όνομα μου έφερε ρίγη στην ραχοκοκαλιά μου, καταλήγοντας σε όλο μου το κορμί.

Παρέμεινα σιωπηλή ψάχνοντας να βρω τις σωστές λέξεις αλλά αυτό τον καιρό δεν ένιωθα συναισθηματικά καλά λόγω της μετάθεσης του Καρλάιλ και από την άλλη του Έντουαρντ που  όσο περνάει ο καιρός νιώθω η έλξη του να με τρελαίνει όλο και περισσότερο.

"Και εγώ σε θέλω-"πήγα να του πω για πρώτη φορά ψέματα αλλά η τύχη μου αυτομάτως δούλεψε αφού η Άλις ήρθε δίπλα μας με ένα χαμόγελο να φανερώνει τα κατάλευκα της δόντια.

"Ενοχλώ;" είπε διστακτικά σε εμάς. Ο Ντέιμον πήγε να την βρίσει βλέποντας ότι αφού όχι μόνο τον ενοχλούσε αλλά άρχιζε και να τον εξοργίζει.

"Όχι Άλις, πες μου τι είναι;’’ μίλησα πρώτη προσπαθώντας να σώσω την κατάσταση. Ο Ντέιμον με άφησε και κινήθηκε προς την πόρτα της αίθουσας αφού χτύπησε καταλάθος ας πούμε, την Άλις με τον ώμο και την παρέσυρε προς τα πίσω. Την κράτησα να μην πέσει αυτομάτως ενώ ο Ντέιμον σταμάτησε στο κατώφλι της πόρτας.

"Θα σε περιμένω στο αυτοκίνητο" είπε μονολεχτικά με ψυχρή φωνή σπάζοντας μου αυτομάτως την καρδιά και μόνο από τον τρόπο που φερότανε ένιωθα ότι άλλος ένα φόβος μου ξύπνησε. Αυτό σήμαινε ότι κάτι άλλο ήθελε, κάτι παραπάνω. Δεν ήμουν βέβαιη αλλά ήμουνα σίγουρη ότι κάτι δεν κολλούσε σε όλο τον τρόπο που συμπεριφέρθηκε ο Ντέιμον προς της Άλις.

"Τι έγινε;" με ρώτησε κοιτάζοντας προς το σημείο όπου πλέον ο Ντέιμον είχε φύγει.

"Μην δίνεις σημασία είναι κάπως λόγω ότι θα συναντήσει τον πατέρα μου" της είπα κοιτάζοντας στην μέσα στα μάτια. Έμεινε σιωπηλή για μερικά λεπτά, δεν φάνηκε να πείθεται από το ψέμα ίσως δεν ήθελε να το κάνει θέμα αλλά σίγουρα θα με ρωτούσε αργότερα. Η γνωστή Άλις. Στο μυαλό μου έμεινε η εικόνα του βλέμματος του. Πρώτη φορά τον έβλεπα να συμπεριφέρεται έτσι, ειδικά στην Άλις γιατί ήτανε φίλοι.

Είδα την Ρόζαλι να έρχεται προς το μέρος μας. Στάθηκε απέναντι μου με ένα σατανικό χαμόγελο να σχηματίζεται στα χείλη της ενώ η Άλις από δίπλα μου με σκούντηξε διστακτικά.

"Έχω μια ιδέα-"μας είπε κοιτώντας πιο πολύ εμένα. Αναστέναξα βαριά.

"Ρίχτο" άκουσα την Άλις δίπλα μου.

"Αύριο ο πατέρας μου διοργανώνει ένα πάρτι, θα είναι πολλοί γνωστοί καλεσμένοι με πολλά λεφτά  και αρκετά φραγκάτοι, θέλετε να έρθετε;" μας πρότεινε. Πάντα μας καλούσε αλλά καταλήγαμε στο να μην πάμε ποτέ σχεδόν. Δεν πήγαινα σε πάρτι, μόνο σε μπαράκια και σε κλαμπ, τα πάρτι του πατέρας της Ρόζαλις ήτανε βαρετά με κλασσική μουσική και σαμπάνια.

"Και τι θα κάνουμε αν έρθουμε;"απόρησε η Άλις. Η Ρόζαλι σήκωσε το ένα φρύδι της ειρωνικά.

"Πλάκα μου κάνεις τώρα. Θέλω να είστε μαζί μου, κανένας από την παρέα δεν θα έρθει λόγω ότι-"

"Είναι βαρετά" ολοκλήρωσε η Άλις διακόπτοντας την Ρόζαλι. Έβαλα το χέρι μου στα χείλη καλύπτοντας το χαμόγελο μου.

"Εσύ τώρα τι γελάς;" με ρώτησε η Ρόζαλι δήθεν θυμωμένη. Δεν κατάφερα να της απαντήσω αφού γελούσα ασταμάτητα χωρίς λόγο.

"Έχει δίκιο που γελάει τι να κάνουμε σε ένα πάρτι χωρίς καλή μουσική, θα είναι κάτι γέροι που θα ξερογλείφονται στα κοριτσάκια που θέλουν να πάρουν τα λεφτά τους" άκουσα την Άλις να λέει στην Ρόζαλι απόλυτα σοβαρή.

"Σας παρακαλώ ελάτε!!!" αναφώνησε η Ρόζαλι από αγανάκτηση και σταμάτησα να γελάω προσπαθώντας να συγκρατηθώ.

"Επειδή πρέπει να φύγω αν είναι θα σε πάρω τηλέφωνο" πήγα να αποφύγω το κουταβίσιο λυπημένο βλέμμα της Ρόζαλις αλλά ήτανε ήδη αργά.

"Μπέλλα μου, σε παρακαλώ ελάτε!" με έπιασε η Ρόζαλι σταματώντας με. Ξεφύσηξα βαριά κοιτάζοντας την. Η καρδία μου χτύπησε και μόνο στο βλέμμα που είχε η άτιμη, πάντα κατάφερνε να παίρνει αυτό που ήθελε με τον τρόπο της.

"Καλά, καλά θα έρθουμε" της είπα έπειτα από μερικά λεπτά.

"Σας ευχαριστώ πολύ" φώναξε χαρούμενα αγκαλιάζοντας μας και τις δύο και στριφογυρίζοντας τα μάτια μου, κοίταξα προς το ταβάνι . Αυτές είναι φίλες μου, δεν μπορώ να κάνω κάτι για να τις αλλάξω ή μάλλον δεν θα τις άλλαζα για κανέναν γιατί τις αγαπώ και τις δύο για αυτό που είναι. Είπα στο εαυτό μου με ένα χαμόγελο.


~*~*~*~*~*~*~*~*~*~


"Πωπω Ντέιμον με εκπλήσσεις" αναφώνησε ο Κάρλαιλ πίνοντας μια γουλιά από το κρασί του. Εμένα να δεις, από την αρχή του δείπνου ο Ντέιμον ήτανε όλο χαμόγελα στον Καρλαιλ και σε εμένα μόνο δισταχτικά βλέμματα, τον κοίταξα που καθότανε απέναντι μου και δεν μου έριξε καμία ματιά κάνοντας με να βράζω από μέσα μου.

"Σιγά να μην τον άφηνα να πλησιάσει την Μπέλλα" αναφερότανε στο θέμα όπου χτύπησε τον Έντουαρντ λες και είχε πάρει κανένα βραβείο και το έδειχνε σε όλους. Ένιωθα κάποια τσιμπήματα θυμού σε όλο μου το σώμα σαν να ένιωθα ότι έβριζε έμενα και όχι εκείνον.

"Καλά έκανες πάντως που δεν τον άφησες, δεν μπορώ να σκεφτώ τι θα γινότανε αν δεν ερχόσουν εσύ" είπε ο Καρλάιλ κοιτώντας με ένα παράξενο βλέμμα.

"Δεν θα γινότανε τίποτα, μπορούσα να τον κουμαντάρω και μόνη μου" η φωνή μου ανέβηκε ένα τόνο και γεμάτη σοβαρότητα τους κοίταξα και τους δύο που με κοιτούσαν χωρίς να πουν τίποτα. Η έκφραση του Ντέιμον έμεινε σοβαρή με μια λεπτή γραμμή να σχηματίζεται στα χείλη του.

"Πάω να φέρω το γλυκό" άκουσα δίπλα μου τον Καρλάιλ. Η καρέκλα του έτριξε στο πάτωμα χωρίς καν να κοιτάξω τον Καρλάιλ που με τον τρόπο του μας άφηνε μόνους. Κοιτούσαμε ο ένας τον άλλον χωρίς να πούμε τίποτα. Με κοιτούσε με τα ψυχρά γαλάζια μάτια του και η έκφραση του προσώπου του φανέρωνε έναν θυμό.

"Τελευταία είσαι πολύ οξύθυμη" είπε με ένα ειρωνικό, θυμωμένο τόνο στην φωνή του. Κάθισε πίσω στην πλάτη της καρέκλας και έβαλε τα χέρια πίσω από το κεφάλι του σαν να ήτανε στην παραλία. Έσφιξα τα χέρια μου κάτω από το τραπέζι όπου βρισκόντουσαν.

"Αλήθεια πως και το κατάλαβες;" τον ρώτησα με ένα χαμόγελο γεμάτο ειρωνεία. Δεν μου απάντησε, το βλέμμα του εξιχνίαζε την έκφραση του προσώπου μου.

"Μπέλλα σε ξέρω καλά και για αυτό άσε τις μαλακίες σου" μου απάντησε ρίχνοντας μου μια θανάσιμη ματιά. Η καρδία μου σταμάτησε για ένα κλάσμα του δευτερολέπτου. Μπροστά μου δεν είχα τον Ντέιμον που αγαπούσα αλλά έναν άγνωστο που δεν φανταζόμουνα ποτέ πως θα με βρίσει και θα με κοιτάει θανάσιμα. Που πήγε ο Ντέιμον που ήξερα;

Που πήγαν τα γλυκά του χαμόγελα; 

Ένιωσα τα πρώτα δάκρυα να έρχονται στα μάτια μου και ανοιγόκλεισα τα βλέφαρα μου εμποδίζοντας τα να εμφανιστούν.

"Ποτέ μου δεν πίστευ-"πήγα να του πω όταν ο Καρλάιλ κατέφθασε με τα γλυκά.

"Έφερα τα γλυκά" αναφώνησε χαρούμενος αφήνοντας το πρώτο πιάτο μπροστά στον άγνωστο για εμένα Ντέιμον.

"Φάτε τα μόνοι σας" τους είπα κοιτώντας τον Ντέιμον με ένα φλογισμένο βλέμμα θυμού. 

Σηκώθηκα πετώντας την πετσέτα στο τραπέζι και χωρίς να τους κοιτάω έφυγα προς το δωμάτιο μου ενώ δεν ένιωσα τον Ντέιμον να έρχεται να με πιάσει, να με εμποδίσει να φύγω, σαν να μην τον ένοιαζε πλέον για εμένα.

Τι στο καλό είχε πάθει έτσι ξαφνικά τι έγινε, τι έπαθε;

Ίσως έφταιγα και εγώ, ίσως ήθελε να προχωρήσουμε και εγώ δεν παραδινόμουνα αλλά δεν ένιωθα έτοιμη. Για έναν ανεξήγητο λόγο στο βάθος του θυμού μου, ένιωθα μια ικανοποίηση που μάλωσα με τον Ντέιμον. Αμέσως ενοχές με κατέκλεισαν και μόνο στην σκέψη ότι χάρηκα κατά βάθος που μάλωσα μαζί του.

Στου μυαλό μου ήρθε το πρόσωπο του Έντουαρντ. Άνοιξα την πόρτα του δωματίου μου και κλείνοντας την πίσω μου ακούμπησα το κεφάλι μου πίσω.

"Τι θα κάνω θεέ μου; Γιατί τον σκέφτομαι, γιατί;" αναρωτήθηκα κοιτώντας γεμάτη δάκρυα στο κενό.


~*~*~*~*~*~*~*~*~*~


Την επόμενη ημέρα ο Ντέιμον δεν είχε έρθει στο σχολείο, δεν ήξερα για ποίον λόγο ίσως γιατί είχαμε μαλώσει αλλά αυτό δεν ήτανε αφορμή να λείπει, δεν ήτανε αφορμή να χωρίσουμε, δεν ήθελα να χωρίσω μαζί του. Δεν θα το άντεχα, όχι ο Ντέιμον ήτανε μοναδικός για εμένα, για την ζωή μου. Κοιτάζοντας το ανέγγιχτο φαγητό μπροστά μου, πρόσεξα ότι η Άλις με κοιτούσε όλη την ώρα.

"Απορώ γιατί δεν έχει έρθει, τον έχω πάρει πάνω από 100 φορές και τίποτα" της είπα κοιτάζοντας ακόμη το γεμάτο πιάτο μπροστά μου.

"Ίσως θέλει να σκεφτεί αυτά που έγιναν εχθές" δικαιολόγησε η Άλις το ερώτημα μου. Κούνησα αρνητικά το κεφάλι μου.

"Όχι, δεν είναι αυτό Άλις, τον ξέρω καλά τον Ντέιμον, κάτι έχει και δεν μου το λέει" της είπα σηκώνοντας το βλέμμα μου από το φαγητό για να την κοιτάξω και το βλέμμα της υποδήλωνε πως είχα δίκιο.

"Το καλύτερο είναι να του μιλήσεις" όπως πάντα η καλή η Άλις που δίνει λύσεις και όμως δεν ένιωθα έτοιμη να τον ρωτήσω τι τον απασχολεί. Δεν ήμουνα έτοιμη καν να τον κοιτάξω μετά από τα χθεσινά γεγονότα της συμπεριφοράς του.

"Δεν θα το κάνω τώρα, θα του δώσω χρόνο να μου ξεκαθαρίσει τι τον έπιασε στα ξαφνικά και φέρεται έτσι" της απάντησα έπειτα από μερικά λεπτά κοιτάζοντας την σοβαρά χωρίς να δέχομαι άλλες λύσεις της. Αναστέναξε για μια στιγμή και έμεινε σκεφτική για μερικά λεπτά. Γύρισα αλλού την προσοχή μου, πρόσεξα την Ρόζαλι που μιλούσε με τον Αλεκ, δεν τον άφηνε σε ησυχία τον καημένο πάντα της άρεσε να τον πειράζει, με αστείο τρόπο πάντα.

"Το βράδυ θα πάμε στο πάρτι της Ρόζαλις;" με ρώτησε η Άλις κάνοντας με να γυρίσω προς το μέρος της.

"Από την στιγμή που δεχτήκαμε, ναι θα πάμε δεν μπορώ να αλλάζω συνέχεια γνώμη" της απάντησα κοιτάζοντας την με ένα αδύναμο βλέμμα.

"Ο Ντέιμον το ξέρει-"πήγε να πει.

"Όχι δεν θα του δώσω και αναφορά που θα πάω. Αν ενδιαφέρεται πραγματικά για εμένα, ας πάρει πρώτα ένα τηλέφωνο" είπα γεμάτη μίσος στην φωνή μου. Άρχιζα να νιώθω για πρώτη φορά τόσο θυμό μέσα μου που με αγνοούσε, όχι μόνο για την βρισιά που μου είπε για πρώτη φορά αλλά και για το πως φερότανε γενικά. Δεν το αναγνώριζα πλέον, από την στιγμή που η Άλις μας είχε διακόψει άλλαξε απότομα, μέσα μου γνώριζα τον λόγο αλλά όχι δεν θα τον άφηνα, αν ήθελε να πάει να πηδήξει ας το έκανε με άλλη αν με αγαπούσε δεν θα με πίεζε.

"Μπέλλα"η διστακτική φωνή της Άλις με ξύπνησε από τις σκέψεις μου.

"Τι είναι Άλις;"την ρώτησα.

"Νομίζω πως αρχίζεις να αλλάζεις" την άκουσα να λέει και έμεινα να την κοιτάω χωρίς να πω λέξη.


~*~*~*~*~*~*~*~*~*~


Αν και ήμουν αρκετά πληγωμένη από την απουσία του Ντέιμον, πήγα στο πάρτι της Ρόζαλις. Το πάρτι γινότανε σε μια ακριβή αίθουσα εκδηλώσεων σε ένα ξενοδοχείο, τα τραπέζια διακοσμούνταν με λευκά βάζα όπου περιείχαν κόκκινα τριαντάφυλλα. Στην άλλη άκρη είχε ένα μεγάλο μπουφέ με κάθε είδος γλυκού και φαγητού, το μόνο ποτό όπου περιείχε το πάρτι ήτανε σαμπάνια άφθονη να πιει και ένας στρατός που λέει ο λόγος.

Περπάτησα μπροστά στην είσοδο φορώντας ένα λευκό φόρεμα με τον ένα ώμο έξω και με τον άλλο να καλύπτεται με ένα μακρύ μανίκι που έφτανε μέχρι τον αγκώνα και με ένα μαύρο λουλούδι να το διακοσμεί. Η στενή σατέν μαύρη ζώνη τόνιζε την λεπτή μέση μου και το σύνολο συμπλήρωναν οι μαύρες γόβες μου. Τα μαλλιά μου ελαφρώς σχημάτιζαν μπούκλες και είχα ένα απλό βάψιμο.

Αναζήτησα μέσα στο γεμάτο χώρο από κόσμο την Άλις και την Ρόζαλι και τις βρήκα να κάθονται σαν κοιμισμένες στην άλλη γωνία όταν πήγα να κινηθώ το βλέμμα μου αυτομάτως έπεσε επάνω σε δύο πράσινα μάτια που με κοιτάζανε ξαφνιασμένα. Μένοντας ακίνητη για μερικά λεπτά από την τελειότητα όπου είχα απέναντι μου, τα χάλκινα μαλλιά του όπου πετούσαν σε διάφορες κατευθύνσεις, το μαύρο ακριβό κουστούμι του και το πακέτο να ολοκληρώνετε από ένα πονηρό χαμόγελο. Τον έβλεπα που κινούταν προς το μέρος μου, η καρδία μου σταμάτησε για μια στιγμή και μέσα μου έδινα μια γερή μάχη να του μιλήσω η όχι. 

Τι να έκανα;

Τα κορίτσια κατάλαβαν ότι ο Έντουαρντ ήτανε εδώ και έτρεξαν να με σώσουν από την καταστροφή.

Ο Έντουαρντ εντωμεταξύ ανέβηκε στα σκαλιά και στάθηκε λίγα βήματα μπροστά μου. Αισθανόμουνα το λαιμό μου ξερό, τα μάγουλα μου είχαν πάρει φωτιά.

"Ώστε ξανασυναντιόμαστε" η βελούδινη φωνή του έκανε την καρδιά μου να χτυπήσει δυνατά. Προσπάθησα να βρω την χαμένη μου φωνή.

"Δεν σας γνωρίζω" του απάντησα έχοντας ένα χαμόγελο στα χείλη, ένα προσποιούμενο χαμόγελο όπου θα με έσωζε.

"Ίσως δεν γνωριστήκαμε σωστά, οι καταστάσεις δεν μας το επέτρεψαν" είπε και σήκωσε με τον δείκτη του έδειξε το μισό μαυρισμένο μάτι του. Αμέσως ένιωσα ένα κόμπο να δένει τον λαιμό μου.

"Με λένε Έντουαρντ.....Έντουαρντ Μεσιεν" είπε βυθίζοντας την ματιά του μέσα στην δική μου και σαν υπνωτισμένη απάντησα.

"Μπέλλα, ονομάζομαι Μπέλλα"του έτεινα το χέρι και αμέσως ανταπέδωσε την χειραψία μου. Ένας ηλεκτρισμός εκείνη την στιγμή πέρασε όλο μου το κορμί και έφτασε χαμηλά στην κοιλιά μου. Όλη μου η συνείδηση, η λογική μου ούρλιαζαν να μην τον γνωρίσω αλλά ήταν πλέον αργά.

Μέσα μου ήξερα καλά πως τώρα άρχιζε το παιχνίδι μια άγνωστης επιθυμίας.

Μιας επιθυμίας που λαχταρούσα να βιώσω. Το που θα οδηγούσε κανένας δεν ήξερε, το μόνο που ήθελα ήταν να γνωρίσω εκείνον.

Τον Έντουαρντ Μεσίεν.


Σάββατο 18 Φεβρουαρίου 2012

Secret Hidden Desires- 3 Κεφάλαιο Teaser


Kelly Clarkson-Already Gone


Secret Hidden Desires-2o Good Life



Συγγραφικό Σημείωμα:Ένα ευχαριστώ στην Ελίνα για την διόρθωση του κεφαλαίου και την στήριξη που μου δίνει από την αρχή που άρχισα να γράφω.Σε ευχαριστώ για την πολύτιμη βοήθεια σου.




2ο.Κεφάλαιο.

"Good Life"

Μπέλλα.





Οι επόμενες μέρες κυλούσανε ήρεμα και γαλήνια ανάμεσα σε έμενα και στον Καρλαιλ. Δεν τσακωθήκαμε ούτε μια στιγμή, υπήρχανε βέβαια μερικές στιγμές που με έβγαζε έξω από τα ρούχα μου αλλά παρέμενα ήρεμη με μεγάλη προσπάθεια έχοντας και την στήριξη του Ντέιμον. Ο Καρλαιλ επιτέλους έβαλε λίγο μυαλό με ένα βήμα που δεν το περίμενα από εκείνον .Κάλεσε στο σπίτι μας τον Ντέιμον όχι ότι βέβαια δεν είχε έρθει  ποτέ σπίτι μου, μέναμε πολλές ώρες μέσα στο δωμάτιο μου εκμεταλλευόμενοι την απουσία του πάτερα μου.


Δίστασα στην αρχή να πω στον Ντέιμον για την πρόσκληση του Καρλαιλ να έρθει σπίτι μας, η Άλις όμως που πάντα με βοηθούσε στις δύσκολες καταστάσεις, με έπεισε να του πω.


"Καλύτερα να το πεις παρά να του το κρατάς κρυφό "μου είχε πει την ώρα που μπαίναμε για μάθημα. Δάγκωσα το κάτω χείλος μου βάζοντας με σε σκέψεις. Προς το τέλος του μεσημεριανού στην τραπεζαρία αφού όλα τα παιδία την παρέας είχανε φύγει για να μην χάσουν το μάθημα πλησίασα τον Ντέιμον με φόβο.


Τα γαλανά μάτια του ακολουθούσαν τα βήματα μου. Σταμάτησα μπροστά του με ένα προσποιούμενο χαμόγελο, τα χέρια του με έκλεισαν γύρω μου κάνοντας με έτσι να καθίσω επάνω του και τύλιξα  τα χέρια μου γύρω από τον λαιμό μου.


Τα χείλη του αναζήτησαν απεγνωσμένα τα δικά του αφού από το πρωί δεν ανταλλάξαμε ούτε ένα φιλί. Τα χείλη του βελούδινα, απαλά, γεμάτα ζωντάνια κόλλησαν επάνω μου, η παλάμη του έκλεισε το δεξί μου μάγουλο έσκυψα πιο πολύ κοντά του ανοίγοντας το στόμα μου να γευτώ καλύτερα την γεύση του. Η γλώσσα  μου πήρε φωτιά κατακτώντας τον χωρίς περιορισμούς. Δεν είχαμε ολοκληρωμένη σχέση δεν ένιωθα ακόμα έτοιμη αλλά το σώμα μου έδειχνε άλλη γνώμη.


Προσπάθησα να το αγνοήσω, ψυχικά όχι ,δεν ήμουνα έτοιμη για το βήμα αυτό δεν ζητάω να έχω μια ρομαντική νύχτα σαν κάτι χαζοκόριτσα που μαγεύονται με αυτά τα πράγματα.


"Κάποια στιγμή θα γίνει αρκεί να είναι σωστή αρκεί μόνο εσύ να το θέλεις πραγματικά" είπα στο εαυτό μου, διώχνοντας τις σκέψεις ότι πρέπει να ολοκληρώσω.


Τα χείλη του άφησαν τα δικά μου όσο και να το ήθελα δεν έπρεπε να σπάσω τους όρους μας. Είχαμε βγάλει δύο όρους πως αν ξεφεύγαμε τα όρια θα τον ικανοποιούσα με τον απλό, κλασσικό τρόπο το ίδιο και εκείνος. Ο δεύτερος ήτανε να μην τραβάω το σκοινί του. Ο μικρός Ντέιμον  εννοώ, αφού δεν νιώθω έτοιμη.


"Πόσο μου έλειψες" το πρόσωπο του εκδήλωνε πόσο του έλειπα.


"Και εμένα-"σταμάτησα για μια στιγμή κοιτάζοντας τον.


"Θέλεις να μου πεις κάτι;" πως με ήξερα τόσο καλά; Ήμουνα ανοιχτό βιβλίο.


"Ο Καρλαιλ-"κόμπιασα έτσι πως με κοιτούσε σαν να περίμενε ότι θα έρθει η συντέλεια του κόσμου.


"Είμαι όλος αυτιά" δάγκωσα το κάτω χείλος με δύναμη νιώθοντας τον πόνο σε μια στιγμή.


"Σκέφτηκε να έρθεις από το σπίτι" το είπα επιτέλους μετά από αρκετή αναμονή όλης αυτής την κουραστικής ημέρας. Η έκφραση του Ντέιμον έδειχνε έκπληκτη από το άκουσμα τις συνάντησης με τον Καρλαιλ. Πάντα είχανε τυπικές σχέσεις χωρίς πολλά πολλά μόνο ένα ξερό 


"Γεια σας".


"Με κοροϊδεύεις τώρα;" έσμιξε τα φρύδια του κοιτάζοντας με σαν να έλεγα κάποιο αστείο.


Ένευσα αρνητικά με ένα χαμόγελο στα χείλη.


Έμεινα σκεφτικός για μερικά λεπτά για να επεξεργαστεί την έκπληξη μου πράγματι ήτανε κάτι που δεν το περίμενε αλλά ούτε και εγώ. Σήκωσε το βλέμμα του και κοιτάζοντας με στα μάτια.


"Πότε θέλει να έρθω;" φάνηκε σαν να μην θέλει να έρθει σαν το ζορίζω.


"Ντέιμον-"ξεκίνησα να πω αλλά το δάχτυλο του ακούμπησε στα χείλη μου κάνοντας με να σταματήσω.


"Δεν ακούω τίποτα, είπα ότι θα έρθω, επίσης σε αγαπώ και θα έκανα τα πάντα για να είσαι εσύ καλά πρώτα" δεν με άφησε να μιλήσω γιατί ήδη τα χείλη του με έκαναν να κρατήσω ότι ήθελα να πω μέσα μου. Παραδόθηκα στο φιλί του ξέροντας πως τίποτα και κανένας δεν θα άλλαζε αυτά που ένιωθα ακόμα και ο Καρλαιλ αν μου έλεγε να τον χωρίσω δεν θα το έκανα.


Γιατί πολύ απλά τον αγαπώ.


~*~*~*~*~*~*~*~*~

"Είσαι χαζή" μου φώναξε η Ρόζαλι παίρνοντας το χωνάκι παγωτό μέσα από τα χέρια της. Της χαμογέλασα γεμάτη αγάπη και έβγαλα την άκρη την γλώσσας μου γλείφοντας ένα τυχαίο σημείο. Η γεύση την βανίλιας χάθηκε στα στόμα .Η Ρόζαλι γύρισε την πλάτη της προς το μέρος μου,  η Άλις πήγε κοντά της για να την παρηγορήσει. Γέλασα για μια στιγμή βλέποντας την να κάνει σαν μικρό παιδί. Περπάτησα κοντά της και βάζοντας το χωνάκι παγωτό μπροστά της.


"Ορίστε ήθελα μόνο να το δοκιμάσω" η ματιά της σηκώθηκε κοιτάζοντας με γεμάτη θυμό.


"Σε ευχαριστώ πολύ, τι καλή που είσαι κράτα το δεν το θέλω" την άκουσα να λέει κοιτάζοντας με ακόμη νε θυμωμένο βλέμμα.
Ο ήλιος έκαναν τα ξανθά μαλλιά της να λάμπουνε και τα χαρακτηρίστηκα της που σιγά σιγά άλλαζαν σε ένα αθώο βλέμμα.


"Έλα μωρέ μη θυμώνεις θα σου πάρω ένα καινούργιο παγωτό" της είπα ειρωνικά. Είδα την Άλις να στριφογυρίζει το βλέμμα της αγανακτισμένα βλέποντας μας να κάνουμε σαν μικρά παιδιά.


Απόγευμα Δευτέρας. Ο ήλιος έλαμπε πέφτοντας πάνω μας κάνοντας τα σώματα μας  να ιδρώνουν. Η Άλις φορούσε ένα ψάθινο καπέλο καλύπτοντας τα υπέροχα μαλλιά της ενώ το βλέμμα της παραπλανιότανε σε κάθε παρέα αγοριών που περνούσε και μας σφύριζε. Ήμασταν δημοφιλείς, η Άλις έψαχνε απεγνωσμένα ένα αγόρι,  η Ρόζαλι τα ξαναβρήκε με τον μπάρμαν και εγώ είχα τον Ντέιμον ο κούκλος του σχολείου που κάθε κορίτσι με ζήλευε που τον είχα. 'Έτσι τα φέρνει η ζωή κάποιες φορές, μερικές τα έχουν όλα, μερικές απλώς σε κοιτάζουν γεμάτη απέχθεια.


Οι φίλες μου η Άλις και η Ρόζαλι ήταν πλούσιες. ο πατέρας την Άλις μεγαλοδικηγόρος όπου ανέλαβε και το διαζύγιο του γονιών μου  ενώ η μητέρα της βοηθός του στο δικηγορικό γραφείο.


Η Ρόζαλι από την άλλη ο πατέρας της ήταν βιομήχανος με εταιρεία υφασμάτων και  η μητέρας της παρόλο την ηλικία της, μοντέλο όχι από τα γνωστά που βλέπουμε στα μεγάλα περιοδικά μόδας,  έκλεινε όμως συνέχεια καλές δουλειές για να απλώσει την φήμη της.
Πάντα λάτρευα τις φίλες μου όχι για τα κοινά μας που έχουμε αλλά γιατί η μία συμπληρώνει την άλλη. Πάντα θα κάνουμε κάποιες φάρσες οι τρείς μας σε έναν καθηγητή μας, πάντα περνούσαμε μαζί έναν χωρισμό κυρίως όμως εγώ με την Άλις ήμασταν πιο δεμένες γιατί ήξερε από πρώτο χέρι τι θα πει κάποιες στιγμές να υποκρίνεσαι, να κρύβεις την θλίψη σου και να έχεις ένα ψεύτικο χαμόγελο.


Το βλέμμα μου πέρασε από τις δύο κοπέλες που μιλούσαν για την σχέση της Ρόζαλις με ένα χαμόγελο στα χείλη και στηρίχτηκα στα ξύλινα κάγκελα της μικρής γέφυρας και συνέχισα να τρώω  το παγωτό μου. Οι γλάροι περνούσαν από πάνω μας ψάχνοντας για κανένα πεταμένο φαγητό. Γύρισα να δω την θάλασσα,  τα κύματα της έσκαγαν επάνω στα βράχια,  οι θαλασσινές σταγόνες τις έπεσαν επάνω στα καυτά μάγουλα δροσίζοντας με από την ζέστη. Οι σταγόνες του ιδρώτα μου κυλούσαν κάτω από την ζακέτα μου. Τα γέλια τις Ρόζαλις και την Άλις έφταναν στα αυτιά μου.


'Έφερα στο μυαλό μου μερικές σπάνιες καλές στιγμές με την Έσμι όταν ήμουν μικρή..Με έπαιρνε μετά στο σχολείο και με πήγαινε στην παραλία, βγάζαμε τα παπούτσια μας και βρέχαμε τα δάχτυλα των ποδιών μας. Ακόμα μπορούσα να νιώσω την δροσερή αίσθηση ανάμεσα στα δάχτυλα μου,  το θαλασσινό νερό να με δροσίζει μερικές φορές βρεχόμουνα ολόκληρη όταν σήκωνε κύμα..Η Έσμι με κυνηγούσε για να με πιάσει και  πέφταμε κάτω στην άμμο και γελούσαμε .Ήμασταν ευτυχισμένες. Μου έλειπαν αυτές οι μέρες μερικές φορές ευχόμουνα να γυρίσω σε  αυτή την στιγμή να την έχω μαζί μου.


Την χρειαζόμουνα κάθε μέρα αλλά βύθισα την επιθυμία μου αυτή,  όταν το βλέμμα μου έπεσε σε έναν άντρα με χάλκινα μαλλιά να φιλάει μία κοκκινομάλλα παθιασμένα να την χουφτώνει για τα καλά στους γλουτούς της. Το παγωτό έπεσε από το χέρι μου βλέποντας τους να φιλιούνται.


Δεν είναι δυνατόν να είναι εκείνος, όχι μα δεν μπορεί είχε περάσει μια εβδομάδα με το ξύλο που έφαγε από τον Ντέιμον. Βρισκόντουσαν κάτω στην αμμουδιά και φιλιόντουσαν. Δεν είχα φωνή να φωνάξω την Άλις και την Ρόζαλι να τις δείξω τι βλέπω μπροστά στα μάτια μου. 


Ένιωσα ένα ταρακούνημα στο αριστερό μου ώμο. Γύρισα να αντικρίσω την Ρόζαλι που μου μιλούσε αλλά δεν όρθωνα λέξη από αυτά που μου έλεγε.


"Μπέλλα,Μπέλλα-"της άρπαξε και τις δύο από τα μπράτσα τους και τους γύρισα επιτόπου προς το θέαμα που έβλεπα.


"Πας καλά τι κάνεις κο-"


"Σκάσε και δείτε εκεί πέρα" είπα χωρίς να δέχομαι καμία βρισιά της Ρόζαλις. Έδειξα το σημείο όπου αυτοί φιλιόντουσαν. Η Άλις έβγαλε ένα επιφώνημα έκπληξης.


"Αϊ στο καλό είναι ο μεθύστακας" άκουσα να λέει η Άλις δίπλα μου βγάζοντας τα γυαλιά ηλίου της για να δει καλύτερα.


"Την κουτουπώνει για τα  καλά την κοκκινομάλλα" σχολίασε η Ρόζαλι. Τους έβλεπα που δεν άφηναν ούτε ένα χαμένο λεπτό να φύγει χωρίς να σταματάνε να πάρουν μια ανάσα,  η άλλη δεν ξεκολλούσε από πάνω του όχι ότι και εκείνος δεν την άφηνε. Για μια στιγμή σταμάτησαν να φιλιούνται και ο άλλος την άρπαξε από την μέση και  ξεκίνησαν να φύγουν.


"Γρήγορα να τους ακολουθήσουμε πριν του χάσουμε" φώναξε η Άλις μαζεύοντας την τσάντα της από το παγκάκι. Έριξα μια τελευταία ματιά προς το μέρος του και στράφηκα να την δω.


"Πας καλά εγώ να το ακολουθήσω άλλη δουλειά δεν είχα-" πριν  ολοκληρώσω την πρόταση μου η Άλις με άρπαξε γερά από τον καρπό του χεριού μου και με έσυρε με το ζόρι.


"Σταμάτα και τρέχα πριν τους χάσουμε" φώναξε. Να πάρει τι άλλο θα κάνω για εκείνη. Έβαλα δύναμη στα πόδια μου και με την τσάντα που μου πέταξε στα μούτρα η Άλις,  τις ακολούθησα. Αρχίζαμε και προσπερνούσαμε τους περαστικούς που άφηναν κάποιες ακατάλληλες λέξεις πίσω μας. Κατεβήκαμε τα σκαλάκια από την ξύλινη γέφυρα .Η καρδi;a μου χτυπούσε σαν τρελή από το τρέξιμο που έριξα, έβαλα τα χέρια μου στα γόνατα μου σκύβοντας το κεφάλι μου για να βρω την χαμένη ανάσα μου.


"Που πήγαν;" ρώτησε η Ρόζαλι με κόπο.
Είδα την Άλις να ψάχνει μέσα στο πλήθος που σχημάτιζε ο κόσμος. Την έβλεπα που έψαχνε απελπισμένα μέσα στο πλήθος.


"Εκεί πέρα" 'έδειξε με τον δείχτη του δαχτύλου της. Αρχίσαμε να την ακολουθούμε αλλά αυτή την φορά δεν τρέχαμε σαν τις χαζές. Προσπάθησα να τον ξεχωρίσω μέσα στο πλήθος και τον βρήκα να πηγαίνει σε ένα στενό μαζί με την λυσσάρα. Σταματήσαμε προτού να μας δει γιατί κοίταξε για μια στιγμή πίσω του.


Πέσαμε η μια πάνω στην άλλη βρίζοντας μέσα από τα δόντια μου για τον μπελά που δημιούργησε η Άλις. Σταθήκαμε για μια στιγμή στην γωνία και ξεκινήσαμε για να μπούμε στο στενό εκεί βρήκαμε ένα μικρό εγκαταλελειμμένο χώρο στάθμευσης με μερικά παλιά αυτοκίνητα. Πέρασα το βλέμμα μου σε κάθε γωνία στο χώρου όταν είδα μια άσπρη  BMW να εμφανίζεται μπροστά μου. Τους είδα που έμπαιναν μέσα στο πολυτελές, ακριβό αμάξι του. Υπήρχε μόνο ένα πρόβλημα δεν ξεκίνησαν να φύγουν. Κοιταχτήκαμε και οι τρείς μας άφωνες από αυτό που θα ακολουθούσε μέσα στο αμάξι.


"Θα δούμε live σεξ" αναφώνησε η Ρόζαλι άφωνη κοιτάζοντας με, με ένα περίεργο βλέμμα ενώ  εγώ είχα παγώσει στην θέση μου.


"Τουλάχιστον κάτι θα μάθουμε" γέλασε η Άλις αγνοώντας με και οι δύο σχολιάζοντας το θέαμα που βλέπανε στο αυτοκίνητο του. Γύρισα την ματιά μου αλλού, δεν ήξερα τι να κάνω να σηκωθώ να φύγω ή να αρχίζω να τις βρίζω. Δεν ξέρω για κάποιον λόγο ένιωθα περίεργα ίσως βρισκόμουνα σε ένα μέρος με τις τρελές φίλες μου που παρακολουθούσαν εκείνον να κάνει ότι κάνει μέσα στο αμάξι του.


Τα πράσινα μάτια του ήρθαν στο μυαλό μου,  αυτόματα όλη η σκηνή την νύχτας ήρθε στο μυαλό μου σαν μια ταινία, πρόσφερα την βοήθεια μου και η ανταπόδοση του ήτανε να με κοιτάζει ψυχρά σαν να έφταιγα εγώ. Ένιωθα πνιγμένη, για έναν άγνωστο λόγο δεν άντεχα να τον βλέπω η μάλλον να κάθομαι εδώ και να παίρνουν μάτι οι φίλες μου.


"Αρκετά" ούρλιαξα και η φωνή μου αντήχησε στο στενό κάνοντας τα κορίτσια να σωπάσουν κοιτώντας με.


"Πάμε να φύγουμε από εδώ" η φωνή μου έτρεμε από την ένταση του σώματος μου που έτρεμε.


"Μα Μπέλλα-"πήγε να μιλήσει η Ρόζαλι όταν ο θόρυβος από το άνοιγμα μιας πόρτας την διέκοψε. Η καρδία μου χτύπησε τόσο δυνατά εκείνη την στιγμή με το σώμα μου να τρέμει από ένταση και η αδρεναλίνη κύλησε σε κάθε σημείο του κορμιού μου.


"Νομίζω άκουσε ο ουρλιαχτό σου" ψιθύρισε σιγανά η Αλίς με κομμένη την ανάσα.


"Έντουαρντ έλα επιτέλους μέσα" η φωνή της κοκκινομάλλας ακούστηκε κοντά μας άρα αυτό σήμαινε πως ο ονόματι Έντουαρντ βρισκότανε αρκετά κοντά μας.


"Δεν άκουσες ένα ουρλιαχτό Λιν, είμαι σίγουρος πως κάποιοι παίρνουν μάτι τι κάνουμε" η αγγελική φωνή του μετά από μέρες την άκουσα ξανά η ανάσα μου στάθηκε στο λαιμό μου ,η καρδία μου έχασε ένα χτύπο.


Η Άλις είχε παγώσει όπως όλες μας να κοιτάζουμε με τρόμο η μία την άλλη. Μας είχε καταλάβει και ήμουνα εκατό τοις εκατό σίγουρη πως βρισκότανε μερικά βήματα κοντά μας.


"Με το τρία την κάνουμε από εδώ" τις  είπα σιγανά και οι δύο τους ένευσαν θετικά. Προσπάθησα να ακούσω τα βήματα να τρίξουν κάτι ή να κάνει κάποιο θόρυβο. Με τα δάχτυλα μου μέτρησα από το τρία.


Ένα.


"Έλα βρε Έντουαρντ να συνεχίσουμε" είπε δυσαρέσκεια η κοκκινομάλλα.


Δύο.


"Μισό λεπτό νομίζω ξέρω που είναι" τα βήματα του κινήθηκαν προς το  κάδο που κρυβόμασταν.


Τρία.


Σηκωθήκαμε και οι τρείς μας επιτόπου και τον είδαμε να βρίσκεται λίγο πιο πέρα, το πρόσωπο του έμεινε παγωμένο κοιτάζοντας μας και τις τρείς με ένα ψυχρό βλέμμα και τότε το βλέμμα του έπεσε επάνω μου. Έσμιξε τα φρύδια στην προσπάθεια  toy να θυμηθεί ποια ήμουνα, βρισκόμουνα σε μια κατάσταση που κοιταζόμασταν και εκτός αυτού τον άκουσα να λέει με έκπληξη να γεμίζει το πρόσωπο του.


"Εσύ" και τότε κατάλαβε ότι ήμουνα το καινούργιο φρούτο του. Κινήθηκε κοντά μας.


"Τρέξτε ,γαμώτο, τρέξτε" φώναξα στις άλλες και αυτομάτως γυρίσαμε και οι τρείς μας ακούγοντας από πίσω μας τον Έντουαρντ να βρίζει πολύ άσχημα. Δεν έκατσα να του απαντήσω αναλόγως.


Εκτός ότι με αναγνώρισε μέσα σε μια στιγμή, εκτός ότι οι φίλες μου είναι τρελές για να πάρουν μάτι τι κάνει ο Έντουαρντ, εκτός αυτού όλα πλέον είχανε πάρει μια περίεργη πορεία σαν η τύχη μου έπεφτε επάνω στο βλάκα και κυρίως άρχιζα να μην είμαι καλά.


Το γιατί μάλλον το ήξερα αλλά δεν ήθελα με την καμία να το παραδεχτώ στον ίδιο μου τον εαυτό.




~*~*~*~*~*~*~*~*~

Κλείνοντας την πόρτα πίσω μου ιδρωμένη μέχρι το κόκκαλο. Άνοιξα τα μάτια μου για να αντιμετωπίσω τα δύο κορίτσια που κοιταζόντουσαν και μετά τα βλέμματα τους έπεσαν επάνω μου. Στηρίχτηκα για λίγο στην πόρτα και πετώντας τα κλειδιά μου στο πάγκο της κουζίνας,  ξεκίνησα προς το σαλόνι προσπέρασα τα κορίτσια και έχοντας την πλάτη μου να κοιτάνε έκατσα να  βάλω σε τάξη  τις σκέψεις μου και κυρίως να ξεχάσω το ψυχρό πάλι βλέμμα του Έντουαρντ.


Έντουαρντ.


Για πρώτη φορά έμαθα το όνομα του και από ποιον, από ένα τσουλί που τον παρακαλούσε να έρθει ξανά πίσω στο αμαξάκι του και να την γαμήσει. Τα νεύρα μου είχαν πατήσει κόκκινο,  ένιωθα το κεφάλι μου έτοιμο να σπάσει φέρνοντας το μυαλό μου την έκφραση του προσώπου του. Με κοίταζε σαν να ήθελε να πει κάτι αλλά και ταυτοχρόνως να με βρίσει και όλο αυτό που έφτασε σε μια βλακεία της Άλις.


"Μπέλλα πραγματικά δεν ήθελα να γίνει έτσι" την άκουσα πίσω μου να λέει η Άλις.


"Και όμως έγινε" ξέσπασα, γυρίζοντας προς το μέρος της .Έβλεπα την Ρόζαλι που παρέμεινε σιωπηλή καθισμένη στην πολυθρόνα.


"Που θέλεις να ξέρω ότι ο μεθύστακας θα το καταλάβει, δεν είμαι μέντιουμ να τα προβλέπει όλα" απάντησε με τον ανάλογο τρόπου η Άλις κοιτάζοντας για μια στιγμή την Ρόζαλι.
Ξεφύσηξα βαριά και έκατσα στο πάτωμα βάζοντας την παλάμη μου στο μέτωπο μου,  η θερμοκρασία μου είχε ανέβει υπερβολικά ήδη ο πόνος στο κεφάλι μου τον ένιωθα πιο έντονο.


"Την αναγνώρισε" η φωνή της Ρόζαλις έστρεψε την προσοχή και τον δύο μας. Η Άλις έσφιξε τα χείλη της, τα χέρια της τρίφτηκαν νευρικά.


"Να πάρει δεν το πρόσεξα-"το βλέμμα της γέμισε ανησυχία ξαφνικά,  σπάνια έβλεπα την Άλις να ανησυχεί και μάλιστα με υπερβολικό τρόπο. Την κοίταξα καλά το πρόσωπο της,  συσπάστηκε συναντώντας το βλέμμα μου.


"Δεν έχει σημασία, ότι έγινε έγινε ας το ξεχάσουμε" της  είπα και σηκώθηκα με κόπο από το πάτωμα, πλησιάζοντας την Άλις της πήρα το χέρι και το κράτησα σφιχτά μέσα στο δικό μου.


"Αλήθεια δεν έχει σημασία ότι έγινε, έγινε σε παρακαλώ μην ανησυχείς-"την καθησύχασα σφίγγοντας το χέρι της μέσα στο δικό μου. Η ματιά της έπεσε στο χαμόγελο μου που σχηματίστηκε εκείνη την στιγμή. Άνοιξε το στόμα της να πει κάτι.


"Μην τολμήσεις να ζητήσεις συγνώμη" την προειδοποίησα. Ένευσε αδύναμα και έπειτα αλλάξαμε θέμα και κλίμα γιατί αν συνεχίζαμε θα μαλώναμε άσχημα και δεν το ήθελα. Τις επόμενες ώρες καθίσαμε και βλέπαμε μια ταινία που το περιεχόμενο της δεν μου αποσπούσε την προσοχή,  οι εικόνες του προσώπου του χόρευαν σε κάθε γωνία του μυαλού μου. Συνέχεια προσπαθούσα να παρακολουθήσω κάποιες σκηνές της ταινίας αλλά το πρόσωπο του με εμπόδιζε. Ξεφύσηξα βαριά προσπαθώντας να εστιάσω την προσοχή μου στην ταινία.


Τίποτα όμως, τίποτα δεν κατάφερνα να το βγάλω από το μυαλό μου. Έκλεισα τα βλέφαρα 
μου και βολεύτηκα καλύτερα στον καναπέ. Έφερα στο μυαλό μου τον Ντέιμον,  σύντομα θα τον ξαναέβλεπα και θα έπαυα να σκέφτομαι τον Έντουαρντ που από τι έδειχνε ήτανε ένας γυναικάς, πλούσιος λόγω του πολυτελούς αυτοκινήτου του και ειδικότερα ένας αγγελικός άνθρωπος που συνδύαζε ένας ψυχρό πλάσμα.


Η εικόνα του Ντέιμον έσβησε τον Έντουαρντ βυθίζοντας με σε ένα βαθύ όνειρο όπου εκεί ακόμη και ο χειρότερος εχθρός σου εξαφανιζότανε. Είδα το χαμόγελο του Ντέιμον που  έλαμψε στα χείλη του βλέποντας με να προχωράω προς το μέρος του. Φορώντας ένα μαύρο φόρεμα, βρισκόμουνα σε ένα μαύρο δωμάτιο με καμία πόρτα, με κανένα παράθυρο και παρατήρησα τον Ντέιμον που φορούσε ένα λευκό, ολόλευκο κουστούμι.


"Ντέιμον" η δισταχτική φωνή του αντήχησε στο δωμάτιο προκαλώντας έναςν αντίλαλο που δεν σταματούσε.


"Μπέλλα" η βελούδινη φωνή του Έντουαρντ έσπασε τον αντίλαλο που προκάλεσε η φωνή μου. Τον άκουγα μέσα στο δωμάτιο, η ματιά μου τον έψαξε απελπισμένα αλλά δεν τον έβρισκα πουθενά.


"Μπέλλα" η φωνή του γεμάτη απελπισία,  γέμισε την καρδιά μου. Τον έψαχνα αλλά δεν τον έβρισκα.


"Που είσαι;" του φώναξα, ψάχνοντας γύρω μου στο δωμάτιο.


"Εδώ είναι Μπέλλα" η φωνή του Ντέιμον με τρόμαξε γυρίζοντας να τον κοιτάξω είδα τον Έντουαρντ ακριβώς δίπλα του. Φορούσε ένα μαύρο κουστούμι  που έκανε μεγάλη αντίθεση με το λευκό κουστούμι του Ντέιμον. Άρχιζα να νιώθω μπερδεμένη κοιτάζοντας και τους δύο στο πρόσωπο και οι δύο φαινόντουσαν τόσο ίδιοι αλλά από την άλλη τόσο διαφορετικοί, ο Έντουαρντ με το μαύρο κουστούμι μου φαινόταν πιο σκοτεινός πιο σοβαρός.


Ο Ντέιμον από την άλλη με το λευκό κουστούμι πιο γαλήνιος, ήρεμος που πάντα έδειχνε όταν ήμασταν μαζί.


Οι δυο τους παρέμεναν σιωπηλοί κοιτάζοντας με ένα άδειο βλέμμα.


"Αποφάσισε Μπελλα" Τα χείλη του Έντουαρντ ανασηκώθηκαν σε ένα αδύναμο χαμόγελο.


"Δεν καταλαβαίνω τι εννοείς, τι να αποφασίσω;" η λογική με είχε εγκαταλείψει,  τι στο καλό σήμαινε όλο αυτό το σκηνικό.


"Εσύ θα μας πεις Μπέλλα" απάντησε ο Ντέιμον με ένα ψυχρό τόνο στην φωνή του.


Άρχιζα να κρυώνω ξαφνικά, το δωμάτιο άλλαξε θερμοκρασία ένιωθα ένα κρύο σκοτάδι να με τυλίγει χάνοντας τη οπτική επαφή με τον Ντέιμον και τον Έντουαρντ. Έβλεπα μόνο σκοτάδι και ξαφνικά διάφορες σκηνές  με μένα και τον Έντουαρντ να με γεμίζουν παντού, έβλεπα τον εαυτό μου να φιλάει τον Έντουαρντ και ο Ντέιμον δεν υπήρχε στην ζωή μου, που βρισκότανε, που; Τον αναζητούσα ανάμεσα στις σκηνές με μένα και τον Έντουαρντ.


Δεν ήτανε πουθενά. Όχι, όχι, όχι δεν μπορεί  να συμβαίνει,  ένα όνειρο είναι μόνο και το σκοτάδι με τύλιξε. Το ουρλιαχτό γέμισε το σαλόνι, το ιδρωμένο κορμί μου βρισκότανε επάνω στο καναπέ. Άνοιξα τα βαριά βλέφαρα μου με κόπο  νιώθοντας την παρουσία κάποιου,  η θολωμένη όραση μου έψαξε το άτομο που είχα δίπλα μου.


"Μπέλλα" η φωνή του πατέρα μου έκανε τα δάκρυα μου να ξεχειλίσουν.
Ανασηκώθηκα με κόπο από το τον καναπέ, η όραση μου καθάρισε συναντώντας το πρόσωπο του.


"Μπαμπά" με αγκάλιασε σφιχτά, ένιωσα το σώμα μου να ρίγη,  νιώθοντας τον ιδρώτα  μου να στεγνώνει και το κορμί μου άρχισε να κρυώνει. Παρατήρησα ότι η οθόνη της τηλεόρασης ήτανε κλειστή  και τα κορίτσια να λείπουνε. Πόσες ώρες κοιμόμουνα;


"Που είναι η Άλις και οι Ρόζαλι;" τον ρώτησα και ένιωσα τον λαιμό μου ξερό, ξερόβηξα με κόπο υψώνοντας το βλέμμα μου στο πρόσωπο του Καρλαιλ.


"Έφυγαν, εδώ άφησαν ένα σημείωμα πως η ταινία ήτανε ξενέρωτη και πως αν ξυπνήσεις θα έχουνε γυρίσει σπίτι" απάντησε ήρεμα χαϊδεύοντας στο ζεστό μάγουλο μου. Κοίταξα στο κενό για μια στιγμή επεξεργάζοντας το σκοτεινό σαλόνι.


"Τι ώρα είναι;" το γέλιο βγήκε αυθόρμητα.


"Κοντεύει 10 πριν από λίγο γύρισα και σε άκουσα να ουρλιάζεις,  τρόμαξα, Μπέλλα νόμιζα πως-"η φόβος του κάλυψε την φωνή του.


"Είμαι καλά μπαμπά, μην ανησυχείς" τον καθησύχασα στην προσπάθεια μου να πείσω και τον ίδιο μου τον εαυτό. Με κράτησε κοντά του μένοντας σιωπηλός, τον ήξερα καλά ήθελε να μου πει κάτι ,σχετικά με τον Λονδίνο όπου θα έφευγε.


"Σε πέντε μέρες θα φύγω" είπα σπάζοντας την σιωπή πρώτος. Δεν μίλησα, αντιθέτως χώθηκα στην αγκαλιά του. Θα μου έλειπε τόσο πολύ, τον χρειαζόμουνα όσο τίποτα άλλο στον κόσμο, μετά την Έσμι θα έφευγε και εκείνος. Τα δάκρυα μου ήρθαν ξανά στην επιφάνεια.


"Τουλάχιστον θα έρχεσαι να με βλέπεις" η ραγισμένη μου  φωνή έσπασε την καρδιά μου. Μου έτριψε την πλάτη μου παρηγορητικά και για εκείνον ήτανε δύσκολο να με αφήσει, ήμασταν τόσο δεμένοι μαζί που ακόμα δεν χώνευα ότι θα έφευγε.


"Σου το υποσχέθηκα Μπέλλα" ακούμπησα το κεφάλι μου στο στέρνο του. Οι εικόνες του ονείρου δραπέτευσαν από το μυαλό μου σκορπίζοντας όλη τον πόνο και τον τρόμο που βίωσα στο όνειρο.


"Αποφάσισε Μπελλα"


"Δεν καταλαβαίνω τι εννοείς, τι να αποφασίσω;"


"Εσύ θα μας πεις Μπέλλα"


Τα λόγια του Έντουαρντ και του Ντέιμον επανήλθαν στο μυαλό μου. Τι να αποφασίσω; Ένα ερώτημα γεννήθηκε εκείνη την στιγμή μέσα μου.


Τα όνειρα μπορούν να βγουν αληθινά;


Μάλλον κανείς δεν μπορεί να το απαντήσει, η πορεία θα δείξει. Γιατί κάτι μου έλεγε πως το όνειρο κάτι σήμαινε και δεν μπορούσα να καταλάβω τι.