Δευτέρα 25 Ιουλίου 2011

2o.Κεφάλαιο





2ο.Κεφάλαιο

Έντονη Παρουσία.

«Η αμφιβολία είναι περισσότερο σκληρή απ’ την χειρότερη αλήθεια.»

Μολιέρος


Λορέιν.





Είχαμε μπει μέσα στο εστιατόριο.Όλοι οι μαθητές γύρω μου δεν σταματούσαν ούτε μια στιγμή να σχολιάζουν την σκηνή με το άγνωστο αγόρι με το μαύρο τζιπ.Η Καθλίν συνέχεια δεν σταματούσε να κοιτάει τον άγνωστο αγόρι.Μου την έδινε στα νεύρα όχι μόνο που η Καθλίν δεν έλεγε να βάλει γλώσσα αλλά δεν μπορούσα την παρουσία του με φόβιζε χωρίς να γνωρίζω το γιατί.Ίσως επειδή αισθανόμουνα κάτι το διαφορετικό.Όχι.Φυσικά και όχι.Είπα στον εαυτό μου.Στράφηκα προς την πιο απομακρυσμένη γωνία που είχε το εστιατόριο του σχολείου.


Δάγκωσα το κάτω χείλος μου βλέποντας το να με κοιτάει χωρίς κανένα δισταγμό.Παρατήρησα ότί με κοιτούσε συγκεκριμένα στο δώρο που έκανα οι γονείς μου ένα δώρο που κάπου το γνώριζα χωρίς όμως καν να το δώ στην ζωή μου.Ξεφύσηξα βαριά και πήγα προς το πάγκο με τα φαγητά που είχαν.


"Λορέιν ο κούκλος σε κοιτάζει συνέχεια"άκουσα την Καθλίν δίπλα μου να μασουλάει και ταυτοχρόνως να μην σταματάει τις ματιές της προς το υποτιθέμενο κούκλο.


"Καθλίν πόσες φορές την ημέρα πρέπει να σου πω πως δεν μια ενδιαφέρει"της είπα νευριασμένη αρπάζοντας ένα τόστ απο την πιατέλα και το έβαλα επάνω στο πιάτο που είχα.Το γέλιο της μου έσπασε ακόμα πιο πολύ τα νεύρα.


"Ναι καλά που δεν σου αρέσει σε είδα πως τον κοιτούσες όταν βγήκε με το αυτοκίνητο"έσφιξα τα χείλη μου και γύρισα στροφή απότομα όταν έπεσα επάνω σε κάποιον.Το πιάτο έπεσα μέσα απο τα χέρια μου και κατέληξε στο πάτωμα ο θόρυβος και τα χιλιάδες κομματάκια απο γυαλί πήγαιναν παντού στο πάτωμα.Ένιωσα τα μάγουλα μου κόκκινα απο την αδεξιότητα μου.Σήκωσα το κεφάλι μου για να ζητήσω συγνώμη για την απροσεξία μου.


Το αίμα στέρεψε απο το πρόσωπο μου και ένας κόμπος στάθηκε στο λαιμό μου σφίγκοντας με χωρίς να μπορώ να μιλήσω.Τα γαλανά μάτια του και η παρουσία του που με φόβιζε έγινε ακόμα πιο έντονος.


"Σ-σ-συγνώμη πολύ δεν έβλεπα και-"τι έλεγα γιατί δεν μιλούσα σωστά να πάρει η οργή.Το ειρωνικό χαμόγελο του με σάστισε.


"Είσαι καλά;"με ρώτησε ακούγοντας για πρώτη φορά την φωνή του.Τον κοίταξα μέσα στα μάτια για μερικά δευτερόλεπτα.Αυτή φωνή μου ξυπνούσε κάτι σαν να ήμουν σε μέσα στο βυθό της θάλασσας και να προσπαθώ απεγνωσμένα να βγώ στην επηφάνεια για να πάρω μια ανάσα.


"Ναι είμαι είμαι κα-"τον προσπέρασα απο δίπλα αφήνοντας πίσω τα σκορπησμένα  τα γυαλία του πίατου που είχα ρίξει.Έτρεξα μέσα στο εστιατόριο έχοντας μέσα στο μυαλό μου κάτι που δεν ήθελα να το νιώσω.Φόβος γέμιζε την καρδία μου κάθε κύταρο του κορμιού μου  ήταν γεμισμένο απο φόβο γιατί μου προκαλούσε αυτό το αίσθημα.Γιατί;Έσπρωξα την πόρτα προς τα έξω και βγήκα έξω στο καθαρό αέρα.Σταμάτησα προσπαθώντας να πάρω μια ανασά να εισβάλει μέσα στα άδεια πνευμόνια μου και να καθαρίσει το μυαλό μου.


Το χαμογελό του με τρόμαζε αλλά μια φωνή μέσα μου μου μιλούσε οτί είχαμε σαν μια σύνδεση απο το παρελθόν μου.


Ενστικτωδώς έπιασα το κρύσταλο με τα δάχτυλα μου.Το έσφιξα δυνατά μέσα στν παλάμη μου και κοίταξα μέσα προς το μικρό δασάκι.Άνοιξα τα βλέφαρα μου και ένιωσα πίσω μου μια παρουσία.


"Καθλίν μια φορά δεν γένεται να με αφήσεις μόνη"της είπα γυρίζοντας να την δώ αλλά πάλι είδα το άγνωστο αγόρι.Έσφιξα τα χείλη μου και πάλεψα με την ίδια μου την ύπαρξη.

"Συγνώμη δεν ήθελα να σε τρομάξω απλώς έφυγες σαν να σε κυνηγούσα"το πρόσωπο του έδειχνε έναν αρχαίο πόνο που πρώτη φορά έβλεπα στην ζωή μου.

"Δεν είναι τίποτα σε ευχαριστώ πάντως για τον ενδιαφέρον σου"με πλησίασε βάζοντας τα χέρια του μέσα στις τσέπες του μαύρου τζιν του.

"Χαίρομαι που είσαι καλά-"το πρόσωπο του συσπάστηκε ψάχνοντας ένα όνομα.

"Λορέιν"συνμπλήρωσα την πρόταση του με ένα χαμόγελο να σχηματίζεται στα χείλη μου.

"Λορέιν λέγομαι Ντέρεκ Φίλιπ είμαι φίλος του Νόρμαν ήρθα μόνιμα στο Βανκούβερ"σήκωσε το χέρι του για να χαιρετηθουμε.Το κοίταξα και ανταπέδωσα την χειραψία του,τα δάχτυλα του έκλεισαν γύρω απο το χέρι μου ένιωσα σαν μου χαίδευε το χέρι μου.Οι ματίες μας συναντηθήκανε εκείνη την στιγμή τα γαλανά σαν ουρανού μάτιου του φύλακησαν τα δικά μου.Ένα τράβηγμα μέσα στο στήθος μου ένιωσα να με γεμίζει ζωή.Το απαλό χέρι του ήταν ζεστό σαν την φωτία σαν τον ήλιο που απολαύνα τις θερινές μέρες του καλοκαιριού.

"Ντέρεκ χαίρομαι που σε γνωρίζω"τα  χέρια μας έμεναν ακόμα δεμένα.Χαμήλωσα το βλέμμα μου κοιτάζοντας τις μικρές ρογμές που έιχε το πεζοδρόμιο.

"Λορέιν"όλο το τράβηγμα που ένιωθα χάθηκε ακούγοντας την φωνή της Καθλίν.

Ύψωσα το βλέμμα μου και την είδα που σταμάτησε στην μέσι βλέποντας με τον....Ντέρεκ.Ήταν γοητευτικός αρκέτα.Τι χαζομάρες λες Λορέιν.

"Εεε....εγώ πρέπει να φύγω χαίρομαι που σε γνώρισα Ντέρεκ"είπα προσπαθώντας να αποφύγω το επίμονο βλέμμα του που δεν σταματούσε να με κοιτάζει στο πρόσωπο.Κούνησε καταφατικά το κεφάλι του με ένα χαμόγελο στα χείλη.Πέρασα απο δίπλα του και κινήθηκα προς την Καθλίν που παρέμεινε ακίνητη κοιτώντας με εντυπωσιασμένη απο το θέαμα.Έφτασα κοντά της και την τράβηξα με το ζόρι προς την πόρτα.Γύρισα να κοιτάξω πίσω μου όπου άφησα τον Ντέρεκ μας κοιτούσε αλλά η ματιά του δεν με άφησε ούτε μια στιγμή.Του χαμογέλασα χωρίς να ξέρω τι να κάνω.Ίσως να μην ήταν σωστός ο τρόπος να τον φέρομαι φιληκά δεν ήξερα τι να κάνω.

Η Καθλίν άνοιξε την πόρτα και μπήκαμε μέσα στο διάδρομο με τις τάξεις.Σταμάτησε και στάθηκε μπροστά μου.

"Ήσουν με τον-"τα μάτια της γούρλωσαν επάνω μου.

"Δεν έγινε τίποτα ήθελε να δεί αν είμαι καλά"η μάλλον όχι πως μπόρεσα να το επιτρέψω να μου μιλήσει.Έκλεισα τα βλέφαρα μου για μια στιγμή.Ηρέμησε Λορέιν δεν είναι τίποτα.Τίποτα.

"Λές ψέματα στο ίδιο σου τον εαυτό σου προκαλεί κάτι που δεν έχεις νιώσει"σκάσε ηλίθια φωνή δεν νιώθω τίποτα για εκείνον.Τελείωσε.



*~*~*~*~*~*~*~


Άνοιξα το ημερολόγιο μου κρατώντας τον στυλό σε απόσταση αναπνοής με το φύλλο.Σημείωσα την ημέρα.1 Σεπτεμβρίου του 2009.Κύλισα το στυλό επάνω στο χαρτί σημειόντας την ημερομηνία της ημέρας.Πήρα μια ανάσα αλλά τίποτα δεν έβγαινε απο το μυαλό μου ήμουν τόσο σιωπηλή την εμβομάδα που πέρασε.Τον Ντέρεκ δεν το συναντούσα συχνά στο σχολείο μερικές σπάνιες συναντήσεις απο το πουθενά στην πίσω αυλή του σχολείου όπου ήθελα να μείνω μόνη για να διαβάζω το αγαπημένο μου βιβλίο.


Το ύφος του παρέμεινε ίδιο πάντα όταν με κοιτούσε στα μάτια.Τα γαλανά μάτια του με σκότωναν σε κάθε συνάντηση μας μπορεί να μην τον έβλεπα συχνά που με έκανε να νιώθω μια σπάνια ζήλια δεν τον είχα δικό μου.Μόνο δικό μου.

Πέταξα το ημερολόγιο στο κρεβάτι απέναντη μου.Σηκώθηκα και προσπάθησα να καταπολεμήσω την έλξη που ένιωθα για εκείνον δεν είχε περάσει ούτε ένας μήνας και η έναρξη του σχολικού έτους και να πάρει ένιωθα έτσι για εκείνον.Πήρα μια εισπνοή.Άνοιξα τα βλέφαρα μου και χωρίς να σκεφτώ τίποτα άλλο άρπαξα το κινητό και πάτησα τον αριθμό της Καθλίν.Ο χαραχτηριστηκός ήχος ακούστηκε απο την  άλλη γραμμή.

"Λορέιν"η χαροούμενη αλλά στιρηχτί φωνή της Καθλίν έσπασε το αυτί μου.

"Γεία σου Καθλίν να σκέφτηκα αν ήθελες-"μπήκα κατευθείαν στο θέμα.Ήθελα να βγώ να πάρω μια δόση της νυχτερινής ζωής θα παρατούσα το δίαβασμα για μια νύχτα και κάθε σκέψη μου για τον Ντέρεκ ήθελα να απελεθευρωθώ απο κάθε τι που ένιωθα να με πνίγει.

"Να βγούμε αλήθεια το λές έτσι μπέμπα σπάνια κάνεις τέτοιες εκπλήξεις"το χαρούμενο γέλιο της μαλάκωσε την φωνή της.

"Ναι θέλω να βγούμε Καλίν χωρίς εμπόδια σε μία ώρα έλα απο το σπίτι μου"πλησίασα την ντουλάπα και άνοιξα το ένα φύλλο.

"Οκ μπέμπα θα περάσω απο το σπίτι σου"είπε και η γραμμή έκλεισε αμέσως.Πάτησα το πλήκτρο τερματισμού και άφησα το κινητό μου επάνω στο κομοδίνο.Έριξα μια κλεφτή αλλά γρήγορη ματιά στην ντουλάπα μου.Βρήκα το μαύρο πλεκτό μου φόρεμα μαζί με τη καφέ δερμάτινη ζώνη να κρέμεται στην κρεμάστρα.Το πήρα και άρχιζα να βγάζω το ρούχα μου φόρεσα το μαύρο φόρεμα μου άφησα τις κυματιστές μπούκλες μου να ξεχυθούν στους μέχρι την μέσι μου.


Έφερα μερικά μαλλιά μπροστά στους όμους και προχώρησα προς τον καθρέφτη.Το έντονο μολύβι στα μάτια μου σε συνδιασμό με την μάσκαρα έφτανε για μια βόλτα έξω.Χαμογέλασα στο είδωλο μου και πήγα προς το συρτάρι με τα εσώρουχα πήρα το γκρί καλσόν μου και το πέρασα στα πόδια μου.


"Λορέιν"η ξαφνική φωνή της μητέρας μου έκανε να πεταχτώ.


"Ναι μαμά"της απάντησα.Η πόρτα άνοιξε και ενφανίστηκε η Μπέτη.


"Ετοιμάζεσαι για έξοδο;"με ρώτησε όπως πήγε να καθίσει στο κρεβάτι μου.Κούνησα καταφατικά το κεφάλι μου.


"Ναι μια βόλτα δεν θα κάνει κακό μαμά"της είπα βάζοντας επιτέλους το καλσόν μου ίσιωσα το φόρεμα μου και γύρισα προς την μεριά της.


Η προσοχή μου στράφηκε στο ανήσυχο πρόσωπο της βλέποντας με να ετοιμάζομαι να βγώ.


"Συνβαίνει κάτι μαμά σε βλέπω κάπως-"Σήκωσε τα χέρια της κουνώντας τα αρνητικά.


"Τίποτα γλυκιά μου πως σου ήρθε αυτή η ιδέα στο μυαλό σου"το ψέμα της φανέρωνε μια δόση μυστηρίου απο την στιγμή που μου έδωσαν το διαμαντένιο δάκρυ είναι πολύ επηλακτυκοί μαζί μου.Ίσως να ήταν μόνο στην φαντασία μου όλο αυτό που μου συνβαίνει.


"Έχεις δίκιο"είπα απογοητευμένη αλλάζοντας πλευρά για να πάρω τις καφέ μπότες μου.Δεν συνεχήσαμε την κουβέντα.Φόρεσα τις μπότες μου σιωπηλή.Φέρνοντας το μυαλό μου την περίεργη συμπερηφορά των γονιών μου τις τελευταίες εμβομάδες.Ο ήχος απο το κουδούνι ακούστηκε απο κάτω η Καθλίν θα είχε έρθει.


"Θές να σου δώσω χρήματα;"σηκώθηκε απο το κρεβάτι και με πλησίασε.


"Όχι έχω δεν χρειάζεται,πρέπει να φύγω"άρπαξα την τσάντα μου και την φίλησα στο μάγουλο.


"Δεν θα αργήσω"της υποσχέθηκα με ένα ψεύτικο χαμόγελο.Βγήκαμε έξω απο το δωμάτιο μου και κατέβηκα της σκάλες.Βρήκα την Καθλίν να στέκεται στον διάδρομο.


"Ωωωω....είσαι κούκλα μπέμπα"αναφώνησε εντυπωσιασμένη.Μισό γέλασα βάζοντας το χέρι μου μπροστά στα χείλη μου.


"Σε ευχαριστώ"της είπα βηματίζοντας προς την πόρτα ανοίγοντας την.


"Καλή διασκέδαση κορίτσια"άκουσα την Μπέτη με ένα μικρό δισταγμό στην φωνή της.


"Σας ευχαριστούμε κυρία Μπέτη"είπε η Καθλίν κλείνοντας την πόρτα πίσω της.Κατέβηκα τα σκαλοπάτια και βάδισα το πέτρινο μονοπάτι προς το πεζοδρόμιο.


"Ωραία βγήκαμε και τώρα που θες να πάμε;"στάθηκε δίπλα μου.


"Εεεε...δεν ξέρω τι λές για το εστιατόριο έχει μέσα και ένα μικρό μπαράκι έχω ακούσει καλά σχόλια"αρχίζαμε να περπατάμε η μία δίπλα στην άλλη.Το βράδυ είχε απλωθεί γύρω μας οι γειτονιά είχε μια απέραντη ησυχία που σε έκανε να θέλεις να γυρίσεις πίσω στο ασφαλές μέρος σου το κρύο αεράκι είχε σταματήσει κάνοντας την βραδιά να μου θυμίζει τις καλοκαιρινές βόλτες μου με την Καθλίν πηγαίναμε πάντα προς την παλιά γέφυρα κάθε καλοκαίρι άνοιγε ένα μικρό μπαράκι που μάζευε πάντα κόσμο.


"Μμμμ....ναι είναι καλή ιδέα"είπε βάζοντας το δείχτη του δαχτύλου της στο πιγούνι της.Το εστιατόριο ήταν μόλις λίγα τετράγωνα πιο κάτω απο το σπίτι μου.Περάσαμε τα φανάρια ακούγοντας πίσω μας το κορνάρισμα ενός αυτοκίνητου να διαμαρτύρεται για την απροσεξία μας.Η Καθλίν γέλασε  φτάνοντας το πεζοδρόμιο λαχανιασμένη.


"Είμαστε τρελές για δέσιμο"με έπιασε αγκαζέ απο το χέρι και ανοίξαμε την είσοδο της πόρτας του εστιατορίου.Η μουσική μας περικύκλωσε γύρω μας.Είχε λίγους πελάτες να κάθονται να τρώνε σιωπηλή μιλώντας για διάφορα θέματα.Κύλισα το βλέμμα μου προς το κόσμο όταν η ματιά μου κόλλησε σε κάτι μυώδες και σε ένα μαύρο πουκάμισο.Τα καστανά σκούρα μαλλιά του φαινόντουσαν μαύρα απο τον χαμηλό φωτισμό που είχε το εστιατόριο.Τον παρατήρησα που έπινε απο το ποτήρι το ουίσκι του το ακούμπησε επάνω στο πάγκο και η άκρη της γλώσσας του έγλειψε τα λεπτά χείλη του.


Ένοιωσα το οξυγόνο να λιγοστεύει μέσα μου.Η ανάσα μου κόπηκε βλέποντας τον να πίνει το ποτό του.Ανοιγόκλεισα τα βλέφαρα μου για να συνέλθω απο το σοκ.



Σαν να κατάλαβε την παρουσία μου στο χώρο  γύρισε το βλέμμα του και με την άκρη του ματιού κοίταξε προς το μέρος μου.Οι άκρες των χειλιών του ανασηκώθηκαν χωρίς να ξέρω αν χαμογελούσε ειρωνικά ή όχι.Η καρδία μου πάλευε μέσα στο στήθος.Το βλέμμα του χανότανε μέσα στο δικό μου ο χρόνος γύρω μου άρχιζε να εξαντλέιται ένιωθα μια ακαμάχυτη έλξη να με τυλίγει και να φυλακίζει χωρίς έξοδο.

"Έίναι και το αγόρι ο καινούργιος"άκουσα να μου ψυθιρίζει χαμηλόφωνα η Καθλίν.Με κοιτούσε τόσο έντονα στα μάτια που δεν ήξερα πως να αντιδράσω.

"Εεεε...ναι"η φωνή μου έτρεμε ελαφρός.Ο Ντέρεκ έσπρωξε το ποτήρι του με το μισοτελειωμένο προς τον μπάρμαν.Κατέβηκε το σκαμπό και με αργά και βασανιστηκά βήματα ερχότανε προς το μέρος μας.Έσφιξα ασυνείδυτα τα χείλη μου.Το μυαλό άρχιζε να λειτουργή γρήγορα βάζοντας την κάθε κίνηση που θα έκανα στα επόμενα δευτερόλεπτα.Ο Ντέρεκ σταμάτησε λίγα εκατοστά κοντά μας.Ξεροκατάπια ο λαιμός μου είχε ξεραθεί απο τους δυνατούς παλμούς που έκανε η καρδία μου.Τι στο καλό μου συνβαίνει;

"Γεία σου Λορέιν"η βελούδινη φωνή του βγήκε μαζί με τον  ήχο της μουσικής.

"Γεια σου Ντέρεκ τι κάνεις εδώ;"προσπάθησε να παίζεις την ανήξερη Λορέιν δεν τον είδες δεν τον άκουσες.

"Πάντα εδώ είμαι"είπε ανασηκόντας τους όμους του αδιάφορα.

"Λορέιν εγώ πάω να πιάσω τραπέζι"η φωνή της Καθλίν ήταν πολύ δισταχτική και διακριτική σαν να ήμουν σε ραντεβού με τον χειρότερο εχθρός της.Την είδα που με άφηνε στην άκρη του γκρεμού να στέκομαι.

"Εδώ έρχαισε;"τον ένιωσα που πήγε να με πλησιάσει.

"Εεε...ναι βασικά όχι-"έχανα τα ίδια μου λόγια μπροστά του.Το χαμηλό γέλιο δραπέτευσε απο τα χείλη του κύλησα το βλέμμα μου στο μισάνοιχτο πουκάμισο του έβλεπα τους καλοσχηματισμένους κοιλιακούς του.Έχασα την γή κάτω απο τα πόδια μου.Γιατί το έκανε αυτό;

"Και ναι και όχι μου αρέσει αυτό"το χαμόγελο του βγήκε τα γαλάζια μάτια του φυλάκησαν τα δικά μου σε μια στιγμή.Λορέιν συγκεντρώσου δεν είναι σωστό δεν τον ξέρεις κάν.Η μάλλον όχι κάτι μου θυμίζει η παρουσία του.Κούνησα το κεφάλι μου για να συνέλθω.

"Εμένα πάλι όχι"του είπα με ένα χαμόγελο να βγαίνει στα χείλη μου.

"Μμμμμ... τι λές να καθίσεις μαζί μου να δείς τι θέλεις;"πάγωσα αμέσως στην θέση μου ακούγοντας τον να μου προτείνη να καθίσω μαζί του.

"Δυστυχώς δεν μπορώ είναι η Καθλίν μαζί μου"τον είδα που κοιτούσε πάνω απο το κεφάλι μου.

"Δεν νομίζω πως θα μπορεί"μου έκανε νόημα με το σαγόνι του πίσω μου.Γύρισα να δώ και βρήκα την Καθλίν.....με τον Νόρμαν."Δεν είναι καλό αυτό Λορέιν κάτι γίνεται"άκουσα την φωνούλα της συνείδησης μου να με προειδοποιεί.Έβλεπα την Καθλίν να χαζογελάει με τον Νόρμαν

"Δεν καταλαβαίνω όταν μπήκα δεν είδα το Νόρμαν"είπα σκεφτόμενη τα πρόσωπα ένα-ένα όταν μπήκα μέσα στο εστιατόριο.Θυμάμαι πολύ καλά ότι ο Νόρμαν δεν ήταν εδώ κάτι δεν κολλούσε σε όλη αυτή ξαφνική συνάντηση μας με τον Ντέρεκ και τον Νόρμαν.


"Βρισκότανε στην τουαλέτα όταν είχες μπει"η ζεστή ανάσα του με έκανε το κορμί μου να ξυπνάει.


"Προφανώς"έκανα ένα βήμα πίσω και προσπάθησα να αποφύγω την επαφή του σώματος του απο το δικό μου.


"Λοιπόν επιμένω να πιούμε μαζί ένα ποτό"ύψωσε το χέρι του προς το άδειο διπλανό σκαμπό που είχε δίπλα στην δικιά του καρέκλα.Ξεροκατάπια.Δεν είχα άλλα περιθώρια για ψέματα και δικαιολογίες ηττημένη βάδισα προς το μπαράκι.Άφησα την τσάντα μου επάνω στο πάγκο και έκατσα στο σκαμπό βάζοντας το ένα πόδι επάνω στο άλλο.Ο Ντέρεκ έκατσε δίπλα μου παίρνοντας το ποτήρι του με το ποτό που περιείχε το ήπιε και έπειτα το ακούμπησε κάτω.


"Μπέν φέρε μου ένα ακόμα για την κοπέλα"διέταξε τον μπάρμαν.


"Σε ευχαριστώ αλλά δεν πίνω θα προτιμήσω μια λεμονάδα"διόρθωσα το Ντέρεκ κοιτάζοντας τον μπάρμαν που είχε μείνη με την φιάλη ποτού στο χέρι του.


"Ότι πει η δεσποινίς"άφησε την φιάλη και περπάτησε προς το πίσω μέρος που είχαν τα αναψυχτηκά.


"Τότε λεμονάδα"το χέρι του πλησίασε προς το δικό μου που το τα είχα ακουμπήσει επάνω στο πάγκο τα απομάκρυνα διακρητικά αφήνοντας ένα τοίχο να με προστατεύει απο το άγνωστο αγόρι.


"Αλήθεια απο που κατάγεσαι;"τον ρώτησα έτσι ώστε να του αποσπάσω την προσοχή του.Έμεινε σιωπηλός κοιτάζοντας με σαν να μην ήθελε να μιλήσει για το παρελθόν του.


"Απο την Ιταλία"απάντησε μερικά λεπτά μετά.Τα χείλη του σφίχτηκαν και είδα ότι έσφιξε το χέρι του που βρισκότανε επάνω στο πάγκο.Ο ήχος του ποτιριού με έκανε να γυρίσω προς το μπάρμαν που τώρα έξυνε την μύτη του.


"Είναι πολύ ωραία χώρα έχω διαβάσει για αυτήν"τον κοίταξα με την άκρη του ματιού μου τύλιξα τα δάχτυλα μου γύρω απο το ποτήρι το έσφιξα λίγο παραπάνω προσπαθούσα να μην ουρλιάξω.Η αναπνοή μου έβγαινε με δυσκολία απο τα πνευμόνια μου ένιωθα σαν να πνίγομαι όλη εκείνη την ώρα.Ο φόβος με είχε κυριεύσει κάθε σημείο του μυαλού μου δημιουργούσε διάφορες σκηνές που θα μπορούσαν να συνβούν.

"Πράγματι είναι ωραία αλλά αν δεν έχεις αυτό που ποθείς δεν μπορείς να την απολαύσεις"αμέσως σαν το το σώμα μου να πήγαινε με τα λόγια του γύρισα αντικρίζοντας τον κατάματα.Τα γαλανά μάτια του είχαν σκοτεινιάσει λέγοντας αυτά τα λόγια σαν να προσδιόριζαν εμένα για κάποιο ανεξίγητο λόγο.

"Ακούγεται σαν να περιμένεις κάτι εδώ και πολύ καιρό"βρήκα το θάρρος που είχα χάσει απο την στιγμή που τον είδα.

"Περιμένω αρκετό καιρό για να βρώ αυτό που ήθελα,η ζωή Λορέιν μερικές φορές είναι άδικη μπορείς να χάσεις απο στιγμή σε στιγμή αυτό που θυσίασες για να σώσεις μια ζωή"η φωνή του ξήλωνε την καρδία μου σε κομμάτια.Ένιωθα κατά κάποιο τρόπο πως ένιωθε μιλώντας μου.

"Λυπάμαι για ότι έχει συνβεί"του είπα.Χαμήλωσα το βλέμμα μου κοιτάζοντας το φόρεμα μου.Συγκράτησα το λυγμό που είχε σταθεί στο λαιμό μου.

"Εγώ πάλι καθόλου"είπε με αγριεμένη φωνή.Ύψωσα το βλέμμα μου και το περιεργάστηκα την έκφραση του προσώπου του που άλλαξε σε κλάσματα δευτερολέπτου.

"Λορέιν"η Καθλίν ήταν δίπλα μου και απο πίσω της να στέκεται ο Νόρμαν.

"Γεία σου Λορέιν"ένα θανατηφόρο χαμόγελο φανερώθηκε στα χείλη του Νόρμαν.

"Θα φύγετε;"ρώτησε ο Ντέρεκ στον Νόρμαν.

"Θα πάει σπίτι μου τηλεφώνησε η μητέρα μου θέλει να μου μιλήσει"είπε η Καθλίν βγάζοντας το κινητός της απο την τσάντας της.

"Θες να έρθω και εγώ;"κατέβηκα απο το σκαμπό και την πλησίασα.Τέλεια ευκαιρία να ξεφύγω απο το Ντέρεκ.

"Δεν χρειάζεται κάτσε  με τον Ντέρεκ θα με πάει ο Νόρμαν δεν θέλω να σας χαλάσω την παρέα"είπε με ένα χαμόγελο γεμάτο υπονοούμενα.Ξεφύσηξα σιγά-σιγά βγάζοντας το οξυγόνο έξω.

"Πολύ καλά αν είναι θα φύγω και εγώ"πήρα την τσάντα μου απο το πάγκο και την έβαλα στο όμο μου.Με ένα ειρωνικό χαμόγελο να σχηματήζεται στα χείλη μου.

"Αν είναι τότε Λορέιν θα σε πάω εγώ μέχρι το σπίτι σου είναι περασμένη η ώρα και έξω είναι επηκύνδινα"'έβγαλε απο την τσέπη του μερικά χαρτονομίσματα και τα ακούμπησε στο πάγκο.Η Καθλίν με φίλησε και χαιρέτησε τον Ντέρεκ βγαίνοντας έξω απο το εστιατόριο κινήθικαν στα αριστερά και εγώ με τον Ντέρεκ στα δεξιά.Κράτησα μια ασφαλή απόσταση απο εκείνον.Βηματίζαμε σιωπηλή χωρίς κανείς να βγάλει ούτε ένα ήχο απο τα χείλη του.
Φτάσαμε λίγο πιο κάτω απο σπίτι μου σταμάτησα και γύρισα να τον ευχαρηστίσω τον Ντέρεκ.Τον είδα σαν  να προσπαθεί να παλέψει κάτι μέσα του.

"Σε ευχαριστώ που με έφερες μέχρι το σπίτι"η φωνή μου έγινε ένα με την ανάσα μου.Δεν απάντησε παρά μόνο έμεινε σιωπηλός.Περίμενα να μου πεί κάτι αλλά τίποτα δεν βγήκε.Ίσως να σκεφτότανε κάτι τόσο το καλήτερο να ξεφύγω απο την έντονη παρουσία του γύρω μου.Πήγα να φύγω.

"Λορείν περίμενε"η διαπεραστική του φωνή κλόνισε το μυαλό μου.Σταμάτησα και γυρίζοντας τον είδα που ερχότανε κοντά μου.Χωρίς να προλάβω να αντιδράσω τα χείλη του ακούμπησαν επάνω στα δικά μου ένιωσα την δροσιά του να αφήνουν το αποτύπωμα επάνω στα χείλη μου.Τα χείλη μας κινήθηκαν μαζί συνχρονησμένα τα χέρια του με έφεραν κοντά στο στήθος του νιώθοντας να με σφίγκουν δυνατά.Το στόμα μου άνοιξε και η γλώσσα του έψαξε την δικιά μου.Έπρεπε να κάνω κάτι οπωσδήποτε πρίν να είναι αργά αλλά δεν με άφηνε.Τα χείλη του κινούνταν με τα δικά μου άνοιξα τα βλέφαρα μου και είδα το πρόσωπο του τα μάτια του ήταν σφιγμένα σαν να συνγκρατιότανε.


Έβαλα τις παλάμες μου επάνω στο πέτρινο στήθος και τον έσπρωξα με όλη μου την δύναμη σε κλάσματα δευτερολέπτου το χέρι μου έσχισε τον αέρα και βρέθηκε επάνω στο μάγουλο του ένας δυνατός ήχος ξύπνησε τις χαμένες μου αισθήσεις τα μάτια μου καθάρισαν και είδα τον Ντέρεκ να έχει το χέρι του επάνω στο μάγουλο που είχα χτυπήσει.Σήκωσε το θανάσιμο απο θυμό βλέμμα του επάνω μου.Έκανα μερικά βήματα πίσω και έστριψα για να φύγω προτού ξεσπάσει επάνω μου την οργή του.Ανέβηκα τα σκαλοπάτια και άνοιξα την πόρτα μπήκα μέσα την έκλεισα πίσω μου και ταυτοχρόνος έστριψα το κλειδί της πόρτας.


"Λορείν"η φωνή της μητέρας μου ακούστηκε απο το σαλόνι.Έτρεξα προς τις σκάλες και τις ανέβηκα γεμάτη δάκρυα να γεμίζουν τα μάτια μου τα βαριά μου βήματα έσπαγαν την σιωπή.Έφτασα στο τελείωμα της σκάλας και άνοιξα την πόρτα την κλείδωσα και ακούμπησα το κορμί μου επάνω σε αυτό.Θεέ μου τι έκανα μόλις τώρα για το επέτρεψα να γίνει.Γιατί;


Πήγα προς το κρεβάτι και κουλουριάστηκα σαν μπάλα τύλιξα τα χέρια μου γύρω απο τα πόδια μου.


"Λορέιν είναι όλα εντάξει γλυκιά μου"η φωνή της Μπέτης πίσω απο την πόρτα με έκανε ακόμα πιο χειρότερα.


"Ναι μαμά απλώς είμαι κουρασμένη άφησε με μόνη μου"η φωνή με κόπο έβγαινε απο τα χείλη μου άκουσα τον βαρύ αναστεναγμό της και έπειτα τα βήματα της να χάνονται στην σκάλα.Έκλεισα τα μάτια μου σφιχτά,εκείνο το βράδυ κάθε αίσθηση λογικής με εγκατέλειψε.Ο χειρότερος εφιάλτης μου μόλις είχε αρχίσει. 





Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου